Μεταφυσικές εμπειρίες
«Απ’ όλα τα αγαθά που κατέχει ο άνθρωπος, το πιο ιερό μετά τον Θεό, το πιο οικείο είναι η ψυχή». Πλάτωνας Η πεταλούδα αποχωρίζεται το κουκούλι-χρυσαλίδα, ανοίγει τα φτερά της και πετά. Αυτή η μεταμόρφωση από την αρχαιότητα έγινε σύμβολο για την έξοδο της ψυχής από το σώμα. «Στον ελληνικό πολιτισμό ακολούθησε δύο βασικές πορείες. Στον καθημερινό λόγο δηλώνει την πνοή, τη φυσική ζωή, το θάρρος ή το ήθος, ενώ στις θρησκείες και στην φιλοσοφία μια αόρατη και για μερικούς άυλη ή και αθάνατη ουσία που δίνει ζωή στο σώμα, το ελέγχει και επιζεί μετά τον θάνατο του σώματος, μεταβαίνοντας σε έναν τόπο δυστυχίας ή μακαριότητας, ή σε κάποιο διαφορετικό σώμα. Οι Ορφικοί και οι Πυθαγόρειοι, πιστεύουν ότι η ψυχή είναι θεϊκή στη φύση της. Οι Ορφικοί υποστηρίζουν ότι η οριστική απελευθέρωση της ψυχής από τους κύκλους των μετενσαρκώσεων και η μόνιμη διαμονή της στα Ηλύσια Πεδία επιτυγχάνεται με τρεις ενάρετες ζωές. Αντιθέτως, οι ψυχές των αδίκων υφίστανται τιμωρίες και επιπλέον ενσαρκώσεις. Οι Πυθαγόρειοι διδάσκουν ότι η ηθική ζωή οδηγεί σε ανώτερες μετενσαρκώσεις, μέχρι να επιτευχθεί η ένωση με το θείον. Η αποχή των Ορφικών και των Πυθαγορείων από κρέας έχει ερμηνευτεί ως εκδήλωση σεβασμού προς τις μετενσαρκωμένες ψυχές. Στον Φαίδωνα του Πλάτωνα, ο Σωκράτης για να υποστηρίξει την αθανασία της ψυχής και τον έλλογο χαρακτήρα της, εκθέτει τέσσερα επιχειρήματα. Το πρώτο βασίζεται στην δοξασία της μετενσάρκωσης. Αν η ψυχή έφθινε και πέθαινε ύστερα από έναν αριθμό μετενσαρκώσεων, τότε η ζωή θα έπρεπε να έχει εκλείψει από τον κόσμο. Αντιθέτως, η ζωή εξακολουθεί να υπάρχει και να κάνει τους κύκλους της μέσα στη φύση και επομένως οι ψυχές είναι αθάνατες. Το δεύτερο αντλείται από την ικανότητα που έχει ο άνθρωπος να αντιλαμβάνεται ιδέες και νοήματα χωρίς να εξαρτάται από τις αισθήσεις του. Στο τρίτο επιχείρημα εφόσον η ψυχή είναι αόρατη, προφανώς συγγενεύει με τον κόσμο των Ιδεών. Τέλος, σύμφωνα με το τέταρτο επιχείρημα, εφόσον η ψυχή είναι αυτή που δίνει ζωή στο σώμα και ο χωρισμός ψυχής και σώματος σημαίνει θάνατος για το σώμα, άρα η ίδια διαθέτει αυτονομία ζωής.» el.wikipedia.org Ο Αριστοτέλης στο περί Ψυχής (412a27-28) την ορίζει ως, «η ψυχή έστιν εντελέχεια η πρώτη σώματος φυσικού δυνάμει ζωήν έχοντος», Η ψυχή είναι η πρώτη τελειοποίηση του φυσικού σώματος, εξ αιτίας της οποίας έχει ζωή. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα ψύχω, δηλ. φυσώ, πνέω, κυριολεκτικά σημαίνει την ψυχρή πνοή, δηλαδή την ύστατη ένδειξη της ζωής στο σώμα. Τελικά υπάρχει ψυχή; Είναι μέσα μας; Και αν ναι, συνεχίζει να υπάρχει μετά θάνατον ή χάνεται;
Εξ απαρχής του κόσμου τα ερωτήματα αυτά απασχόλησαν την ανθρωπότητα και παρά τα εκατοντάδες χιλιάδες, ίσως εκατομμύρια χρόνια της ανθρώπινης ύπαρξης, δεν έχουμε απάντηση. Το θέμα μόνο με τον κόσμο των ιδεών, θεολογικά και φιλοσοφικά μπορεί να προσεγγιστεί. Εδώ έχω να καταθέσω μια προσωπική ολοζώντανη εμπειρία που με συγκλόνισε. 16 Ιουνίου 2016. Δικός μου άνθρωπος έχει φτάσει στο κατώφλι του επέκεινα. Από αργά το απόγευμα παρατηρώ επαναλαμβανόμενα χασμουρητά και σκέφτομαι πως θέλει να κοιμηθεί. Βγαίνω από το δωμάτιο αλλά αφήνω μισάνοιχτη την πόρτα, πηγαινοέρχομαι και παρατηρώ. Πέρασε μισή ώρα, πέρασε μία, αλλά δεν κοιμάται και το χασμουρητό συνεχίζεται. Επιστρέφω στο δωμάτιο και κάθομαι πάλι δίπλα. Πρέπει να πέρασαν δυό ώρες σε αυτή την κατάσταση. Κάποια στιγμή ούρησε αρκετή ποσότητα και αλλάζοντας τον, παρατήρησα στην πάνα που φορούσε πολλά μικρά μαύρα στίγματα, που προφανώς βγήκαν με τα ούρα. Μισή ώρα περίπου αργότερα συνεχίζονται τα χασμουρητά ώσπου, ακολούθησε άλλο ένα με αφύσικο τεράστιο άνοιγμα του στόματος. Τρόμαξα όταν το είδα. Αμέσως θυμήθηκα μια παλιά διαφήμιση αναψυκτικού όπου, ένα λιοντάρι ανοίγει το μεγάλο του στόμα. Συγχρόνως βλέπω μια δέσμη αέρα, μια πνοή να βγαίνει από το στόμα. Μπορώ να την περιγράψω σαν μια εκπνοή από το στόμα σε πολύ κρύο περιβάλλον αλλά πιο διάφανη και πιο δυναμική, με ένα εύρος οκτώ και ύψος σαράντα εκατοστών περίπου. Τέλος. Αυτό ήταν το τελευταίο σημάδι ζωής και δεν ήταν χασμουρητά αυτά που βλέπαμε. Ο άνθρωπος ψυχομαχούσε με μια αγωνιώδη προσπάθεια, σε ένα βίαιο χωρισμό ψυχής και σώματος όπως περιγράφεται και στην εξόδιο ακολουθία. «Όντως φοβερώτατον το του θανάτου μυστήριον, πώς ψυχὴ εκ του σώματος βιαίως χωρίζεται εκ της αρμονίας και της συμφυΐας ο φυσικώτατος δεσμός, θείω βουλήματι αποτέμνεται.» Παρά την θλίψη της απώλειας αυτό που μόλις είδα με τρόμαξε πολύ. Τί ήταν; Ακολούθησαν σκέψεις και συνειρμοί που οδηγούσαν πάντα στο ίδιο συμπέρασμα, μόνο ένα, ήταν η ψυχή του. Ναι είδα ψυχή ανθρώπου με τα μάτια μου. Έκτοτε έρχεται και ξαναέρχεται στο μυαλό μου, το γυροφέρνω, το επεξεργάζομαι και προσπαθώ με λογικές ή λογικοφανείς εξηγήσεις, με επιστημονικά και με θεολογικά κριτήρια να ανατρέψω το αρχικό συμπέρασμα, να οδηγηθώ σε κάποια άλλη εξήγηση, αλλά μάταια. Ήταν αναμφίβολα η ψυχή. Πως μετά από αυτό θα μπορούσα να πω, δεν υπάρχει ψυχή; Υπάρχει πιο αξιόπιστη απόδειξη; Δεν ξέρω αν άλλοι άνθρωποι είχαν αυτή την εμπειρία ή αν είμαι μοναδικός. Καταλαβαίνοντας την σπανιότητα ή την μοναδικότητα του συμβάντος, αναρωτιέμαι αν είμαι τυχερός, είμαι ευλογημένος ή καταραμένος και η εικόνα που είδα ήταν μια απειλή; Σε αυτά τα ερωτήματα μόνο υποθέσεις μπορούν να υπάρξουν ένθεν κακείθεν, διατηρώντας την αμφιβολία και την αγωνία. Επειδή όμως άρχισα τις εξομολογήσεις, θα πω ότι, αυτή δεν ήταν η μοναδική μου εμπειρία με το υπερφυσικό. Ευτυχώς ή δυστυχώς υπάρχουν και άλλες, κάποιες από τις οποίες θα μπορούσα να τις χαρακτηρίσω τραυματικές. Δεν συνδέονται μεν άμεσα με το θέμα της ψυχής ούτε με τους νόμους της γνωστής μας φυσικής επιστήμης, όμως ανήκουν και αυτές στον κόσμο του μεταφυσικού.
(Ας μην μας φοβίζει η λέξη. Μεταφυσική είναι η άγνωστη φυσική, αυτή που δεν έχουμε ακόμα κατανοήσει. Διεμβολίζεται όμως βίαια και αδιάκοπα από την φυσική επιστήμη. Για παράδειγμα με την φυσική κατανοήσαμε ότι, δεν ρίχνει ο Δίας με το δώρο των Κυκλώπων τους κεραυνούς από τον Όλυμπο, αλλά τους προκαλεί μια ηλεκτρική διεργασία της ατμόσφαιρας.) Μικρό παιδί δεν πήγαινα ακόμα σχολείο, αλλά δεν μπορώ να προσδιορίσω πότε ακριβώς άρχισε αυτό το όνειρο. Ήμουν στο πατρικό, συνήθως σε συγκεκριμένο δωμάτιο και κάποια στιγμή εμφανιζόταν αυτός. Ναι αυτός, ο ακατονόμαστος. Τα μέλη του σώματος μου παρέλυαν και η κίνησή τους γινόταν από πολύ δύσκολη έως αδύνατη. Κάποιες φορές ερχόμασταν στα χέρια σε μια ανέλπιδα πάλη αφού δεν μπορούσα να κινηθώ. Αυτή η υπνική αγωνία τελείωνε όταν κάποια στιγμή κατάφερνα να κάνω τον σταυρό μου και αυτός δια μιας χανόταν. Ξυπνούσα κάθιδρος και έντρομος. Σχεδόν κάθε νύχτα επαναλαμβανόταν αυτός ο εφιάλτης. Πότε μέσα, πότε στη αυλή, άλλοτε με την μορφή που τον ξέρουμε, άλλοτε με την μορφή κάποιου ζώου ή πτηνού στοίχειωνε τις νύχτες μου. Στο συγκεκριμένο δωμάτιο απέφευγα και την ημέρα να μπαίνω μόνος μου. Μεγαλώνοντας και μεσολαβούντων κάποιων γεγονότων που συνέβαιναν στην ονειρική χώρα, ο ακατονόμαστος άρχισε να αραιώνει τις επισκέψεις και τις προσπάθειες να με καταβάλει. Μπορεί να αραίωσαν αρκετά αλλά ποτέ δεν εξέλειπαν πλήρως. Μέχρι και σήμερα που κοιτάω μπροστά μου τα 70, δεν εγκατέλειψε τις προσπάθειες. Έρχεται πότε πότε σε διαφορετικά από το πατρικό μου σκηνικά, αλλά τώρα δεν κάνω τον σταυρό μου πιά, δεν προλαβαίνω. Βάζω τις φωνές οι οποίες και με ξυπνούν. Δεν κατάλαβα ποτέ αν προσπαθεί να με πληγώσει, να με σκοτώσει, ή να με κάνει δικό του. Γιατί έχει λυσσάξει 60 και πλέον χρόνια με εμένα; Δεν είμαι δα και τόσο καλός άνθρωπος ούτε σπουδαίος για να με κυνηγάει τόσο. Υπάρχουν όμως κι΄άλλες εμπειρίες μη ονειρικές.
Αύγουστος 1987 άφιξη Dar es Salaam. Με ένα γκαζάδικο product carrier μεταφέρουμε βενζίνη, Jet A1, πετρέλαιο κίνησης και πετρέλαιο θέρμανσης. Είμαι στην πλώρη και πλησιάζουμε την μπούκα του λιμανιού. Ένα σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα με συγκλόνιζε τότε και επρόκειτο να ξεμπαρκάρω απ΄ αυτό το λιμάνι παρά τις δυσκολίες του τόπου. Εκείνη την στιγμή τα έβαλα με τον Θεό. Του έτριξα τα δόντια που λέμε. Βυθισμένος στην θλίψη, συγκεντρωμένος στο θέλω του φώναξα «που είσαι;». Τότε έγινε. Ένα αόρατο χέρι που δεν το ένοιωθα, με ανεβοκατέβαζε τουλάχιστον 20 είκοσι εκατοστά. Αθέλητα χοροπηδούσα στο κατάστρωμα. Δεν ξέρω τι έγινε, πως έγινε, αλλά ξέρω το γιατί. Μου έδειξε πως ήταν εκεί. Ένα μήνα μετά, έχω επιστρέψει στην Ελλάδα και κάποια μέρα επισκέφτηκα την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Μπήκα στον ναό με την ψυχή μου στα τάρταρα. Ζήτησα ότι ζήτησα πέρασε κάνα μισάωρο και βγήκα. Περνώντας την πόρτα της εξόδου όλα ήσαν διαφορετικά. Η αλλαγή του ψυχισμού μου τεράστια. Ήμουν ξαλαφρωμένος σαν να μην ήταν πια το πρόβλημα σημαντικό. Αυτές είναι οι εμπειρίες μου με το μεταφυσικό. Δεν έχω εξηγήσεις, «ο γέγονε, γέγονε». Το πρόβλημα του 1987 δεν εξέλειπεν, αλλά δεν έγινε καταλυτικό όπως πλήθος άλλων ομοίων. Μάλλον με το χοροπηδητό, εκτός του ότι μου έδειχνε πως ήταν εκεί, μου έλεγε και κάτι που δεν μπορούσα να καταλάβω. Θέλω όμως μια και έφτασα ως εδώ να διηγηθώ δύο περιστατικά στα οποία δεν έχω προσωπική εμπλοκή αλλά οι πρωταγωνιστές μου εμπνέουν εμπιστοσύνη. 1. Απόγευμα της εορτής του Αγίου Ιωάννου. Έχω επισκεφθεί φίλο και συνάδελφο για την ονομαστική του εορτή. Εκεί συναντώ τον πενθερό του, ένα μειλίχιο ηλικιωμένο κύριο με τον οποίο αρχίσαμε να συζητάμε. Μετά από τα πολιτικά που ανοίγουν συνήθως την συζήτηση και για τα οποία είχαμε διαφορετικές απόψεις, η κουβέντα περιστράφηκε σε άλλα θέματα και κάποια στιγμή άκουσα αυτή την ιστορία. Το σπίτι του ήταν στις παρυφές τις πόλης, πέρα από το οποίο στο ένα περίπου χιλιόμετρο είναι η εκκλησία του Αγ. Δημητρίου, η ίδια που αναφέρεται παραπάνω. Στην γειτονιά του έχουν τον άγιο σαν πολιούχο και τον τιμούν. «Παραμονή της εορτής, πριν κοιμηθώ το βράδυ είπα στην γυναίκα μου να με ξυπνήσει το πρωί για να πάμε στην εκκλησία. Ήμουν κουρασμένος και πήγα νωρίς για ύπνο. Την επομένη με ξύπνησε πράγματι αλλά αισθανόμουν πολύ κουρασμένος και της ζήτησα να πάει εκείνη μόνη της και να μου φέρει λίγο άρτο. Όταν γύρισε την ρώτησα για τον άρτο και ξαφνιασμένη είπε ότι το ξέχασε. Αυτό ήταν το γεγονός και πέρασε. Μετά τρείς τέσσερεις ημέρες που ψιλόβρεχε και δεν δουλεύαμε στην οικοδομή, αφού ξέκοψε λιγάκι πήρα μια τσάντα και βγήκα να μαζέψω χόρτα. Περπατώντας και μαζεύοντας έφτασα κάποια στιγμή στο προαύλιο του Αϊ Δημήτρη. Μια ηλικιωμένη κυρία που με είδε με φώναξε να μπω. Την πλησίασα, ήταν η γνωστή μου επιστάτρια του ναού και κρατώντας στο χέρι ένα κομμάτι άρτο μου είπε. Ξημερώματα της εορτής του τον είδα όνειρο και μου είπε, σ΄αυτόν που θάρθει πρώτος σήμερα το πρωί, να του δώσω ένα κομμάτι άρτο. Δεν φανταζόμουν ότι θα ήσουν εσύ, σου τον φύλαξα πάρτον.» 2. Ήταν μικρό παιδί στο σχολαρχείο πήγαινε, γύρω στο 1925 το τοποθετώ. Την εποχή εκείνη τα παιδιά όταν δεν τους ανέθεταν άλλη δουλειά, ασχολούνταν με την βοσκή των ζώων της οικογένειας. Τα έπαιρναν πρωί ή απόγευμα και τα πήγαιναν στον λόφο πάνω από το χωριό όπου τα άφηναν ελεύθερα και βοσκούσαν. Εκεί στην κορυφή υπάρχει το εκκλησάκι του Αϊ Γιώργη με μεγάλο περίβολο στον οποίο συγκεντρώνονταν τα παιδιά και κατά την διάρκεια που τα ζώα ήσαν απασχολημένα με την τροφή, επιδίδονταν σε διάφορα παιχνίδια. Πριν από το παιχνίδι όμως ήταν θεσμός το άναμμα των καντηλιών. Εκείνος μικρόσωμος ως ήταν δεν έφτανε, ενώ η παρέα του ο γείτονας Γιώργης ήταν αρκετά ψηλός και έτσι ανέλαβε την ευθύνη της εκπλήρωσης του χρέους. Ο πρώτος το διάστημα αυτό έμεινε στην πόρτα με το ένα πόδι κάτω προτεταμένο, ενώ η πλάτη και το άλλο πόδι ακουμπούσαν στον παραστάτη. Εκείνη την στιγμή άκουσε ποδοβολητό γύρω από το εκκλησάκι ενώ μετά την περιστροφή κάτι βαρύ του πάτησε το πόδι μπαίνοντας μέσα, αλλά δεν ένοιωσε πόνο. Ο Γιώργης που άναβε τα καντήλια δεν κατάλαβε τίποτα.
Από τότε, παιδί του Δημοτικού, κάθε χρόνο με μεροκάματα μάζευε χρήματα και πλήρωνε αρτοπλασία για την γιορτή του Αγίου. Ανελλιπώς από την ημέρα εκείνη μέχρι που πέθανε. Επίσης έταξε το πρώτο του αγόρι να το βγάλει Γιώργη. Και με έβγαλε. Και για τους δύο παραπάνω έχω να πω μόνο την ρήση του Πυθαγόρα. «Από την καθαρή ψυχή, καλύτερο μέρος πάνω στη Γη δεν έχει ο Θεός.» Στο πατρικό μου είχαμε προστάτη τον Αϊ Γιώργη. Μια παμπάλαιη εικόνα χωρισμένη στα τέσσερα είχε εξέχουσα θέση στο εικονοστάσι. Πάνω δεξιά και αριστερά απεικονίζονται οι Άγιοι Ανάργυροι (πολιούχοι του χωριού) κάτω αριστερά ο Αϊ Γιώργης καβαλάρης λογχεύει τον δράκο και δεξιά ο Άγιος Χαράλαμπος (η μεγάλη εκκλησία του χωριού). Κάποια περίοδο θυμάμαι τους γονείς μου σε επαναμβανόμενες αντιπαραθέσεις, που με στεναχωρούσαν όπως στενοχωρούν κάθε παιδί. Ήμουν ξαπλωμένος στο κρεβάτι και παρατήρησα πως έλλειπε ένα μικρό κομμάτι από την οπλή, στο πόδι του αλόγου. Με το στενό μου γνωστικό πεδίο σκέφτηκα, αυτό είναι. Το άλογο πονάει και η ανησυχία του μεταδίδεται στους γονείς μου. Πήρα λοιπόν αμέσως το κουτί με το βερνίκι των παπουτσιών και με λίγο μπαμπάκι επανέφερα το χρώμα της οπλής. Πολύ παιδικό θα πείτε και έχετε δίκιο κι εγώ μαζί σας. Όμως δεν ξαναείδα ή ξανάκουσα τους γονείς μου να μαλώνουν. Στο συγκεκριμένο εκκλησάκι έχω δύο σχετικά πρόσφατα περιστατικά. Γύρω στο 2000 το επισκέφθηκα ξεναγώντας ένα φιλικό ζευγάρι. Μπήκαμε μέσα, ο χώρος έλαμπε από καθαριότητα αλλά απέπνεε έντονα οσμή στάβλου, αντιληπτή από όλη την παρέα. Το 2007 πήγα και του ζήτησα κάτι. Μετά από τρείς μήνες και αφού το αίτημα μου δεν πραγματοποιήθηκε, επέστρεψα μανιασμένος. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη αλλά εγώ την βροντούσα και του τα έσουρνα. Αποχώρησα απογοητευμένος και θυμωμένος. Δέκα χρόνια αργότερα διαπίστωσα ότι αυτό που μου έδωσε ήταν πολύ καλύτερο απ΄αυτό που του ζήτησα. «Άγνωστοι αι βουλαί του Υψίστου». (Ο ναϊσκος, από τους παλαιότερους στην Κρήτη είναι τρίκλιτος βασιλική, παρά το πολύ μικρό του μέγεθός και βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο, στην ακρόπολη της Λύττου ή Λύκτου. Είναι κτισμένος στη θέση παλαιοχριστιανικής Βασιλικής (η οποία κτίστηκε στα ερείπια ναού της Αθηνάς). Τα τρία κλίτη χωρίζονται με δύο τόξα που στηρίζονται σε αρχαίους κίονες.) Επειδή όπως λέει στην Γένεση ο Θεός «χους ει και εις χουν απελεύσει» ας θυμηθούμε το κατά Ματθαίον ιστ΄26, «Τι ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδίσει, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθεί;» Μην με παρανοήσετε όμως, δεν είμαι θρησκόληπτος, ούτε καν καλός χριστιανός. Αθήνα 8 Ιανουαρίου 2025 Ε Θ Α Ι Ο Σ
|