|
«Στην εποχή της απλοποίησης και της επανάστασης των τίποτα, ο νους δεν είναι αρκετός για να αξιολογήσει και να εκτιμήσει το αξίαν έχον».
|
|
ΑΧΙΛΛΕΩΣ Α. ΤΖΑΡΤΖΑΝΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΑΘ Η Ν Α Ι 1 9 6 7 Οἱ τόνοι
Πάσης λέξεως, ἡ ὁποία ἔχει δύο ἢ περισσοτέρας συλλαβάς, μία συλλαβὴ τονίζεται, ἤτοι προφέρεται ἰσχυρότερον ἀπὸ τὰς ἄλλας συλλαβὰς αὐτῆς ᾽Επὶ τοῦ φωνήεντος (ἢ τῆς διφθόγγου) τῆς τονιζομένης συλλαβῆς γράφεται ἕν σημεῖον, τὸ ὁποῖον καλεῖται τόνος : κόρη, κῆπος, παίζομεν, ἀγαθός, μαθητής.Σημείωσις. Σημεῖον τόνου κανονικῶς σημειοῦται καὶ ἐπὶ τοῦ φωνήεντος ἡ τῆς διφθόγγου τῶν μονοσυλλάβων λέξεων : μήν, φῶς, παῖς. - Οἱ τόνοι εἶναι τρεῖς, ἤτοι ἡ ὁξεῖα (΄), ἡ βαρεῖα (`) καὶ ἡ περισπωμένη (~). Σημείωσις. ῾Η διαφορὰ τοῦ τόνου δέν παρέχει αἰσθητὴν διαφορὰν τῆς προφορᾶς τῶν φωνηέντων ἢ τῶν διφθόγγων εἱς ἠμᾶς τοὺς νέους ῞Ελληνας, ὅπως οὐδὲ ἠ μακρότης καὶ ἠ βραχύτης αὐτῶν. Πρβλ. (ὁ) ἐλαιὼν- (τῶν) ἐλαιῶν, (τὸν) κῆπον - (τῶν) κήπων. Κανὸνες τοῦ τονισμοῦ Ὁ τονισμὸς τῶν λέξεων τῆς ἀρχαίας γλώσσης γίνεται κατὰ τοὺς ὲξῆς κανόνας : 1) Οὐδέποτε μία πολυσύλλαβος λέξις τονίζεται ὑπεράνω τῆς προπαραληγούσης : (ἄνθρωπος) φιλάνθρωπος, φιλανθρωπότατος. 2) ῞Οταν ἡ λήγουσα εἶναι μακρά, ἡ προπαραλήγουσα δὲν τονίζεται: (῞Ομηρος) ῾Ομήρου, (διδάσκαλον) διδασκάλων. 3) ῾Η προπαραλήγουσα καὶ πᾶσα βραχεῖα συλλαβὴ τονιζομένη ὀξύνεται : πείθομαι, λόγος, ἐλθέ. 4) Μακρὰ παραλήγουσα πρὸ μακρᾶς ληγούσης τονιζομένη ὀξύνεται : μήτηρ, παύω. 5) Μακρὰ παραλήγουσα πρὸ βραχείας ληγούσης τονιζομένη περισπᾶται : μῆτερ, παῦε. 6) ῾Η ἀσυναίρετος ὀνομαστική, αἰτιατικὴ καὶ κλητικὴ τῶν ὀνομάτων, τονιζομένη ἐπὶ τῆς ληγούσης, ὀξύνεται : ἡ τιμή, τὴν τιμήν, ὦ τιμὴ - οἱ θεοί, τοὺς θεούς, ὦ θεοὶ - ἡ έσθής, ὁ ποιμήν, ὁ ἱμάς. 7) ῾Η μακροκατάληκτος γενικὴ καὶ δοτικὴ τῶν όνομάτων ἐν γένει, τονιζομένη ἐπὶ τῆς ληγούσης, περισπᾶται : κριτοῦ, κριτῇ, κριτῶν, κριταῖς - θεοῦ, θεῷ, θεῶν, θεοῖς. 8) Τῶν όνομάτων, ὅπου τονίζεται ἡ ἑνικὴ ὀνομαστική, ἑκεῖ τονίζονται καὶ αἱ ἄλλαι πτώσεις, ἐκτὸς ἄν ἐμποδίζῃ ἡ λήγουσα: γέρων, γέροντος, γέροντες· ἀλλά : γερόντων. 9) ῾Η ἐκ συναιρέσεως προερχομένη λήγουσα μιᾶς λέξεως, ὅταν τονίζεται, περισπᾶται : (τιμάω) τιμῶ, (ἠχόος) ἠχοῦς, ἐκτὸς ἐὰν πρὸ τῆς συναιρέσεως ἡ δευτέρα ἐκ τῶν συναιρουμένων συλλαβῶν ὠξύνετο : (ἑσταὼς) ἑστώς, (κληὶς - κλῂς) κλείς. 10) ῾Η θέσει μακρὰ συλλαβὴ κατὰ τὸν τονισμὸν λαμβάνεται ὡς βραχεῖα : χειρῶναξ, αὖλαξ. 11) Κατὰ τὴν σύνθεσιν ὁ τόνος συνήθως ἀναβιβάζεται ὅσον τὸ δυνατὸν ἀνωτέρω τῆς ληγούσης, ἀλλ’ ὄχι καὶ ἀνωτέρω τῆς τελευταίας συλλαβῆς τοῦ πρώτου συνθετικοῦ : (καιρὸς) εὔκαιρος, (δὸς) ἀπόδος, (φρὴν) μεγαλό-φρων, μεγαλόφρον. 12) Βαρεῖα τίθεται μόνον ἐπὶ τῆς ληγούσης μιᾶς λέξεως ἀντὶ τῆς ὀξείας, ὅταν κατόπιν τῆς λέξεως ταύτης δὲν ὑπάρχῃ σημεῖον στίξεως : ὁ ἀγαθὸς ἀνὴρ τιμᾷ τοὺς σοφοὺς ἂνδρας. Κατὰ τὸν τόνον αὐτῆς μία λέξις λέγεται : 1) ὀξύτονος, ἐὰν ἔχῃ ὀξεῖαν ἐπὶ τῆς ληγούσης : ἀνήρ· 2) παροξύτονος, ἐὰν ἔχῃ ὀξεῖαν ἐπὶ τῆς παραληγούσης : κώμη· 3) προπαροξύτονος, ἐὰν ἔχῃ ὀξεῖαν ἐπὶ τῆς προπαραληγούσης : ἂνθρωπος· 4) περισπωμένη, ἐὰν ἔχῃ περισπωμένην ἐπὶ τῆς ληγούσης : τοῦ κριτοῦ, τιμῶ˙ 5) προπερισπωμένη, ἐὰν ἔχῃ περισπωμένην ἐπὶ τῆς παραληγούσης : κῆπος· 6) βαρύτονος, ἐὰν ἔχῃ βαρεῖαν ἀντὶ όξείας ἐπὶ τῆς ληγούσης καὶ ἐν γένει ἐὰν τονίζεται οὐχὶ ἐπὶ τῆς ληγούσης : χειμὼν βαρὺς ἐπῆλθε - πείθω, παιδεύω. Θέσις τοῦ τόνου καὶ τοῦ πνεύματος. Ὁ τόνος ἢ τὸ πνεῦμα : α) ᾽Επὶ τῶν ἀπλῶν φωνηέντων καὶ τῶν καταχρηστικῶν διφθόγγων σημειοῦται ὑπεράνω μέν αὐτῶν, ὅταν ταῦτα γράφωνται μὲ μικρὰ γράμματα, ἔμπροσθεν δὲ αὐτῶν καὶ πρὸς τὰ ἄνω, ὅταν ταῦτα γράφωνται μὲ κεφαλαῖα : ἠώς, ὁδὸς, ᾽Ηώς, ῾Οράτιος˙ τῇ θεᾶ, ᾠδὴ - ᾽Ωιδεῖον ἢ (ᾨδεῖον). β) ᾽Επὶ τῶν κυρίων διφθόγγων σημειοῦται πάντοτε ὑπεράνω τοῦ δευτέρου ἐκ τῶν φωνηέντων, ἀπὸ τὰ ὁποῖα αὖται ἀποτελοῦνται: Αἰγεύς, αἱρετός, αὐλός, οὐρανός, σφαῖραι, τὰς σφαίρας, Οἰδίπους. γ) ῞Οταν τὸ πνεῦμα καὶ ὸ τόνος συμπίπτουν ἐπὶ τῆς αὐτῆς συλλαβῆς, τότε ἡ μὲν ὀξεῖα (ἢ ἡ βαρεῖα) σημειοῦται μετὰ τὸ πνεῦμα ἡ δὲ περισπωμένη ὑπεράνω αὐτοῦ : ῎Αρτεμις, ῞Ηρα, ῞Ομηρος, αὔρα, Αἵας, εὕρος, αἵμα. Τὰ πνεύματα
α. Οἱ περισσότερες λέξεις παίρνουν ψιλή. β. Δασεῖα παίρνουν μόνο
Το ποιηματάκι που μαθαίναμε στο Δημοτικό Σχολείο |
|
«Ἔξυπνοι τόνοι καὶ ἔξυπνα γράμματα.
Οἱ τόνοι καὶ τὰ πνεύματα ἀλλὰ καὶ τὰ φωνήεντα εἶναι πολὺ σημαντικοὶ παράγοντες στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, γιατί, ἂν ἀλλάξει ἕνα πνεῦμα ἢ ἕνας τόνος ἢ ἕνα φωνῆεν, αὐτομάτως ἔχουμε διαφορετικὴ σημασία. Π.χ. τὸ ρῆμα εἴργω (μὲ ψιλὴ) σημαίνει ἐμποδίζω τὴν εἴσοδο, ἐνῷ μὲ δασεῖα (εἱργνύω) σημαίνει ἐμποδίζω τὴν ἔξοδο (κάθειρξις). Σῦρος (μὲ περισπωμένη) εἶναι τὸ νησί, ἐνῷ Σύρος (μὲ ὀξεῖα), εἶναι ὁ κάτοικος τῆς Συρίας. Ἡ λέξη φορὰ (μὲ ὄμικρον) σημαίνει τὴν κατεύθυνση ἑνὸς πράγματος, ἡ λέξη φωρά (μὲ ὠμέγα καὶ ὀξεῖα) σημαίνει τὴν κλοπή, ἐνῷ φωρᾷ (μὲ ὠμέγα, περισπωμένη καὶ ὑπογεγραμμένη) σημαίνει ζητεῖ. Ὁ τονισμὸς δημιουργεῖ θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ ἔννοια. Παράδειγμα, ἡ λέξη ἔργον συντιθέμενη μὲ ἕνα συνθετικὸ ἀποδίδει ἰδιότητα δημιουργώντας τὴν κατάληξη -ουργός. Καὶ ἐδῶ ἔρχεται τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἑλληνικῆς ἡ ὁποία προστάζει: Ἐὰν τὸ ἔργο εἶναι γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων, τότε τονίζεται ἡ λήγουσα, ὅπως μελισσουργός, δημιουργός, σιδηρουργός. Ὅταν ὅμως εἶναι πρὸς βλάβην τῶν ἀνθρώπων, ὁ τονισμὸς ἀνεβαίνει στὴν παραλήγουσα π.χ. κακοῦργος, πανοῦργος, ραδιοῦργος». Ἀντώνη Ἀντωνάκου φιλολόγου, ἱστορικοῦ www.enromiosini.gr |
|
Η ανάγκη υιοθέτησης τόνων γεννήθηκε στα ελληνιστικά χρόνια, όταν ξένοι λαοί άρχισαν να μαθαίνουν την ελληνική. Πέρσες, Αιγύπτιοι, Ιουδαίοι στα εδάφη που είχε κατακτήσει ο Μέγας Αλέξανδρος μάθαιναν ελληνικά, δεν ήξεραν όμως, πού τονίζονται οι λέξεις. Το 200 π.Χ. ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος επινόησε τα τονικά σημάδια και τα πνεύματα, ώστε να διευκολυνθεί η εκμάθηση της προφοράς της ελληνικής. Στα Βυζαντινά χρόνια καθιερώθηκε η χρήση της μικρογράμματης γραφής (9ος αι. μ.Χ.), οπότε και γενικεύθηκε το σύστημα αυτό των τόνων και των πνευμάτων. (Μέχρι τότε υπήρχαν μόνο κεφαλαία γράμματα).
Ο (οπισθοδρομικός) φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης επέμενε: «Ν’ αφήσετε τους τόνους και τα πνεύματα, γιατί αυτοί που τους βάλανε ήξεραν τι κάνανε. Η κατάργησή τους είναι κατάργηση της ορθογραφίας, που αποτελεί καταστροφή της συνέχειας!» Ο (οπισθοδρομικός) Νομπελίστας Οδυσσέας Αλεπουδέλης (Ελύτης) φώναζε: «Είμαι εναντίον του μονοτονικού και υπέρ της διδασκαλίας των Αρχαίων. Είναι η βάση για να ξέρεις την ετυμολογία των λέξεων». Αλλά εμείς, οι σύγχρονες μετριότητες, προκειμένου να φέρουμε την γνώση στο επίπεδο μας, καταργήσαμε τους τόνους και τα πνεύματα και γίναμε άτονοι και απνευμάτιστοι. Το 1976 με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, καθιερώθηκε η δημοτική γλώσσα. |
|
«Ἄμεση καὶ ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη θεώρησαν τὴν ἁπλοποίηση τοῦ τονικοῦ μας συστήματος οἱ συνδικαλιστικοὶ ἐκπρόσωποι τῶν ἐκπαιδευτικῶν ὄλης τῆς χώρας, δηλαδὴ ἡ Διδασκαλικὴ Ὁμοσπονδία Ἑλλάδος, ἡ Ὁμοσπονδία Λειτουργῶν Μέσης ᾽Εκπαιδεύσεως καὶ ἡ Ομοσπονδία ᾽Ιδιωτικῶν ᾽Εκπαιδευτικῶν Λειτουργῶν Ἑλλάδος. Οἱ τρεῖς ὀργανώσεις σὲ συγκέντρωση ποὺ ὀργάνωσαν στὶς 2.4.79 στὸ Πολυτεχνεῖο, (ὁμιλητὲς ἧταν ὁ καθηγητὴς κ. ᾽Εμμ. Κριαρᾶς καὶ ἡ ψυχολόγος κ. Ἐλπίδα Καλύβα), σὲ σχετικό τους ψήφισμα τονίζουν ὅτι ἡ μεταρρύθμιση τοῦ τονικοῦ συστήματος ἐπιβάλλεται διότι:
www.polytoniko.org [Τοῦ Ἄγγελου Ἐλεφάντη, περιοδικὸ «Ὁ Πολίτης», τ. 25, Μάρτιος-Ἀπρίλιος 1979.] |
|
Ξημερώματα της 12ης Ιανουαρίου 1982, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ψήφισε και καθιέρωσε το μονοτονικό σύστημα.
Μετά από αυτό διαπιστώνουμε φυσικά την άνθηση της παιδείας και το υψηλό επίπεδο των μαθητών, «διότι το πολυτονικό στερούσε από τους μαθητές χρόνο και δυνάμεις τα οποία τώρα διατίθενται για ουσιαστική μόρφωση», ενώ οι δάσκαλοι ξόρκισαν ένα μεγάλο γνωστικό βάρος που ήταν υποχρεωμένοι να σηκώνουν. Με την λύση αυτή, οι εκδότες και τα συγκροτήματα τύπου κέρδισαν χρήματα, αφού μειώθηκε πολύ το κόστος της στοιχειοθεσίας. Αθήνα 24 Οκτωβρίου 2025 Ε Θ Α Ι Ο Σ
|