Χορός ή λυγμός;
|
Ένας κόμπος στο λαιμό πνίγει τον λυγμό που πιέζει να βγει για να ξαλαφρώσουν τα στήθη. Τα στήθη που ασφυκτιούν σε μια αγωνιώδη προσπάθεια για μια τελευταία ανάσα, όταν το οξυγόνο στερεύει.
Τότε το ασυνείδητο, ο άλλος εαυτός που νοιώθει τον πνιγμό, ξυπνά και οδηγεί. Βήμα το βήμα και ένα και δύο και τρία και ξανά και εμπρός και πίσω και περιστροφή, σ΄ένα κατανυκτικό αυτοσχεδιασμό με τα χέρια ανοιχτά, σαν τον αετό σε μια αέναη κίνηση. Για ν’ ανοίξει ο λαιμός και να λυθεί ο κόμπος. Αυτό δεν είναι χορός, είναι πόνος. Ένας πόνος μια στιγμή πριν χαθεί για πάντα το φώς. Πόνος ανδρικός, μονήρης και Ζεϊμπέκης. Δεν είναι χορός είναι μουσική. Η μουσική της λύρας του Ορφέα που απελπισμένος καλεί την Ευρυδίκη από τον κάτω κόσμο. Δεν είναι χορός είναι αρχαίο Θρακιώτικο μυστήριο. Ένα μυστήριο που γίνεται στην μοναξιά και την απομόνωση. Δεν είναι χορός, είναι ιερουργία. Μια ιερουργία που τελείται μόνο από ένα, ποτέ από δύο, γιατί τότε ο πόνος γίνεται καρικατούρα. Και ο λυγμός τελικά δραπετεύει πάνω σε μια μακρόσυρτη κραυγή, που γίνεται ουρλιαχτό και κάνει τα πουλιά τρομαγμένα να πετάξουν μακριά. Κάνει τον Χάροντα που μάχεται στα μαρμαρένια αλώνια, να μαζέψει τα δρεπάνια του και να χαθεί στο Έρεβος, πέρα από της Στύγας τα παλάτια. Έτσι για να καθαρίζει η ψυχή, ώστε ξαλαφρωμένη και αμόλυντη να θωρεί και να μπολιάζει την άβυσσο. ΕΘΑΙΟΣ |