Ίτε παίδες Ελλήνων
Ιστορικό:
To 499 π.χ. οι πόλεις της Ιωνίας όπως η Μίλητος και η Αλικαρνασσός επαναστάτησαν εναντίον των Περσικών δυνάμεων κατοχής. Στο κάλεσμα του Αρισταγόρα για συμπαράσταση ανταποκρίθηκαν η Αθήνα με 20 και η Ερέτρια με 5 πλοία. Στην αρχή η επανάσταση ήταν επιτυχής αλλά αργότερα ο Δαρείος Α΄ την κατέστειλε και τιμώρησε τους επαναστάτες. Η συμμετοχή των Αθηναίων του προκάλεσε τόση οργή, που έριξε ένα βέλος προς τον ουρανό και ορκίστηκε εκδίκηση. Για να μην τους ξεχνά, διέταξε ένα υπηρέτη να του λέει κάθε βράδυ κατά την ώρα του δείπνου το γνωστό, «Δέσποτα μέμνησον των Αθηναίων».
Έτσι το 492 π.Χ. ο μέγας βασιλεύς έστειλε τον γαμπρό του Μαρδόνιο με χιλιάδες στρατιώτες και εκατοντάδες πλοία. Το εκστρατευτικό σώμα όμως συνάντησε σφοδρή θύελλα ενώ παρέπλεε το ακρωτήριο του Άθωνα. Στην θαλασσοταραχή χάθηκαν 20.000 άνδρες και 300 πλοία. H μεγάλη αυτή καταστροφή της Περσικής αρμάδας, ανάγκασε τον Μαρδόνιο να επιστρέψει ματαιώνοντας την εκστρατεία.
Τον καλοκαίρι του 490 π.Χ. αφού δεν του δόθηκε Γή και ύδωρ που ζήτησε, ο Δαρείος έστειλε νέο εκστρατευτικό σώμα. Με τον Αρταφέρνη στρατηγό και τον Δάτη ναύαρχο πέρασε μέσω Σάμου σε Νάξο και Δήλο σπέρνοντας την καταστροφή και στην συνέχεια έφτασε στην Ερέτρια. Η πολιορκία της πόλης κράτησε έξη ημέρες και αφού κατελήφθη με προδοσία, πυρπο-λήθηκε, οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν και όσοι επέζησαν φορτώθηκαν σκλάβοι στα πλοία.
To 499 π.χ. οι πόλεις της Ιωνίας όπως η Μίλητος και η Αλικαρνασσός επαναστάτησαν εναντίον των Περσικών δυνάμεων κατοχής. Στο κάλεσμα του Αρισταγόρα για συμπαράσταση ανταποκρίθηκαν η Αθήνα με 20 και η Ερέτρια με 5 πλοία. Στην αρχή η επανάσταση ήταν επιτυχής αλλά αργότερα ο Δαρείος Α΄ την κατέστειλε και τιμώρησε τους επαναστάτες. Η συμμετοχή των Αθηναίων του προκάλεσε τόση οργή, που έριξε ένα βέλος προς τον ουρανό και ορκίστηκε εκδίκηση. Για να μην τους ξεχνά, διέταξε ένα υπηρέτη να του λέει κάθε βράδυ κατά την ώρα του δείπνου το γνωστό, «Δέσποτα μέμνησον των Αθηναίων».
Έτσι το 492 π.Χ. ο μέγας βασιλεύς έστειλε τον γαμπρό του Μαρδόνιο με χιλιάδες στρατιώτες και εκατοντάδες πλοία. Το εκστρατευτικό σώμα όμως συνάντησε σφοδρή θύελλα ενώ παρέπλεε το ακρωτήριο του Άθωνα. Στην θαλασσοταραχή χάθηκαν 20.000 άνδρες και 300 πλοία. H μεγάλη αυτή καταστροφή της Περσικής αρμάδας, ανάγκασε τον Μαρδόνιο να επιστρέψει ματαιώνοντας την εκστρατεία.
Τον καλοκαίρι του 490 π.Χ. αφού δεν του δόθηκε Γή και ύδωρ που ζήτησε, ο Δαρείος έστειλε νέο εκστρατευτικό σώμα. Με τον Αρταφέρνη στρατηγό και τον Δάτη ναύαρχο πέρασε μέσω Σάμου σε Νάξο και Δήλο σπέρνοντας την καταστροφή και στην συνέχεια έφτασε στην Ερέτρια. Η πολιορκία της πόλης κράτησε έξη ημέρες και αφού κατελήφθη με προδοσία, πυρπο-λήθηκε, οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν και όσοι επέζησαν φορτώθηκαν σκλάβοι στα πλοία.
Η άφιξη στον Μαραθώνα:
Σύμβουλος της εκστρατείας ήταν ο εξόριστος τύραννος των Αθηνών Ιππίας, ο οποίος ελπίζοντας στην συνδρομή παλαιών οπαδών και φίλων, υπέδειξε τον Μαραθώνα ως καταλληλότερο τόπο αποβίβασης. Σκοπός του ήταν να παρασύρη τον στρατό με τους ηγέτες εκτός της πόλεως και κατά την απουσία τους, οι οπαδοί του να εξεγερθούν και να την καταλάβουν. Η συμβουλή του εισακούστηκε και αφού προσέγγισαν στο νησάκι Αιγιλείη (Στύρα) και αποβίβασαν τους αιχμαλώτους μαζί με αριθμό στρατιωτών για την φύλαξη τους, ο Περσικός στόλος προσέγγισε στον Σχοινιά. Ο Δάτης προσάραξε τα πλοία στην ακτή και αποβίβασε Πεζικό και Ιππικό σε μια απόσταση 40 χιλιομέτρων από την Αθήνα.
Μορφολογία εδάφους:
Πεδιάδα μήκους 10 χιλ. πλάτους 3 χιλ. Τα άκρα της καλύπτονται από πλημμυρισμένα έλη, ενώ πευκοδάσος εκτείνεται στο βόρειοανατολικό τμήμα, στην στενή λωρίδα μεταξύ του έλους και της ακτής. Ο αρχιστράτηγος Αρταφέρνης στήνει το αρχηγείο του κοντά στο σημερινό Κάτω Σούλι.
Το πλήθος των Μήδων:
Υπάρχουν διάφορες απόψεις όσον αφορά τον αριθμό της πολυπληθούς Περσικής δύναμης.
Κατά τον Ηρόδοτο, ο περσικός στόλος είχε 600 τριήρεις. Ο Σιμωνίδης ο Κείος γράφει ότι οι Πέρσες διέθεταν 200.000 στρατιώτες. Ο Κορνήλιος Νέπως μιλά για 200.000 πεζικό και 10.000 ιππείς. Ο Πλούταρχος, ο Παυσανίας και το λεξικό «Σούδα», μιλούν για 300.000 στρατιώτες. Ο Πλάτωνας και ο Λυσίας για 500.000. Ο Ιουστίνος για 600.000.
Κατά τους σύγχρονους ιστορικούς, οι Πέρσες διέθεταν από είκοσι έως εκατό χιλιάδες άνδρες πεζικό και χίλιους ιππείς.
Bέβαια αυτό το τελευταίο είναι εκ των ουκ άνευ. Δεν είναι δυνατόν οι παντοκράτορες της εποχής, να ξεκινούσαν εκστρατεία στις εσχατειές της αυτοκρατορίας τους με μόνο 20.000 οπλίτες, αφού διέθεταν αμέτρητους. Εκτός από τον δικό τους πολυάριθμο στρατό, οι υποτελείς τους είχαν υποχρέωση να συμμετέχουν σε τέτοιες δραστηριότητες με στρατιώτες, με πλοία και με εφόδια.
Αν δεχτούμε ως αληθή την πληροφορία του Ηροδότου (484-425 π.χ.) περί 600 πλοίων «έπλεον εξακοσίησι τριήρεσι» στο βιβλίο του Ερατώ 95, μπορούμε να κάνουμε κάποιους αυθαίρετους λογικοφανείς υπολογισμούς:
Μια λογική κατανομή είναι 500 οπλιταγωγά, 50 ιππαγωγά και 50 φορτηγά.
Κάθε τριήρης (=πλοίο της εποχής) μπορούσε να μεταφέρει έως 200 άνδρες. Με ελάχιστο πλήρωμα 80 ατόμων, μπορούσε να μεταφέρει έως 120 οπλίτες πεζικού, ήτοι 500 x 120 = 60.000 οπλίτες. Στα 50 ιππαγωγά χωρητικότητας περίπου 30 αλόγων με τους αναβάτες τους αυξημένους κατά ένα τρίτο ως βοηθητικό προσωπικό, σύνολο 2.000 στρατιώτες ιππικού κατ΄ ελάχιστον.
Προσθέτοντας τα πληρώματα των πλοίων με ελάχιστο αριθμό 80 ανδρών ανά τριήρη και 30 άνδρών για τα λοιπά σκάφη, φθάνουμε στους 500 x 80= 40.000 και 100 x 30= 3.000, σύνολο 43.000 ναυτικούς. Δηλαδή ένα εκστρατευτικό σώμα 105.000 ανδρών.
Σύμβουλος της εκστρατείας ήταν ο εξόριστος τύραννος των Αθηνών Ιππίας, ο οποίος ελπίζοντας στην συνδρομή παλαιών οπαδών και φίλων, υπέδειξε τον Μαραθώνα ως καταλληλότερο τόπο αποβίβασης. Σκοπός του ήταν να παρασύρη τον στρατό με τους ηγέτες εκτός της πόλεως και κατά την απουσία τους, οι οπαδοί του να εξεγερθούν και να την καταλάβουν. Η συμβουλή του εισακούστηκε και αφού προσέγγισαν στο νησάκι Αιγιλείη (Στύρα) και αποβίβασαν τους αιχμαλώτους μαζί με αριθμό στρατιωτών για την φύλαξη τους, ο Περσικός στόλος προσέγγισε στον Σχοινιά. Ο Δάτης προσάραξε τα πλοία στην ακτή και αποβίβασε Πεζικό και Ιππικό σε μια απόσταση 40 χιλιομέτρων από την Αθήνα.
Μορφολογία εδάφους:
Πεδιάδα μήκους 10 χιλ. πλάτους 3 χιλ. Τα άκρα της καλύπτονται από πλημμυρισμένα έλη, ενώ πευκοδάσος εκτείνεται στο βόρειοανατολικό τμήμα, στην στενή λωρίδα μεταξύ του έλους και της ακτής. Ο αρχιστράτηγος Αρταφέρνης στήνει το αρχηγείο του κοντά στο σημερινό Κάτω Σούλι.
Το πλήθος των Μήδων:
Υπάρχουν διάφορες απόψεις όσον αφορά τον αριθμό της πολυπληθούς Περσικής δύναμης.
Κατά τον Ηρόδοτο, ο περσικός στόλος είχε 600 τριήρεις. Ο Σιμωνίδης ο Κείος γράφει ότι οι Πέρσες διέθεταν 200.000 στρατιώτες. Ο Κορνήλιος Νέπως μιλά για 200.000 πεζικό και 10.000 ιππείς. Ο Πλούταρχος, ο Παυσανίας και το λεξικό «Σούδα», μιλούν για 300.000 στρατιώτες. Ο Πλάτωνας και ο Λυσίας για 500.000. Ο Ιουστίνος για 600.000.
Κατά τους σύγχρονους ιστορικούς, οι Πέρσες διέθεταν από είκοσι έως εκατό χιλιάδες άνδρες πεζικό και χίλιους ιππείς.
Bέβαια αυτό το τελευταίο είναι εκ των ουκ άνευ. Δεν είναι δυνατόν οι παντοκράτορες της εποχής, να ξεκινούσαν εκστρατεία στις εσχατειές της αυτοκρατορίας τους με μόνο 20.000 οπλίτες, αφού διέθεταν αμέτρητους. Εκτός από τον δικό τους πολυάριθμο στρατό, οι υποτελείς τους είχαν υποχρέωση να συμμετέχουν σε τέτοιες δραστηριότητες με στρατιώτες, με πλοία και με εφόδια.
Αν δεχτούμε ως αληθή την πληροφορία του Ηροδότου (484-425 π.χ.) περί 600 πλοίων «έπλεον εξακοσίησι τριήρεσι» στο βιβλίο του Ερατώ 95, μπορούμε να κάνουμε κάποιους αυθαίρετους λογικοφανείς υπολογισμούς:
Μια λογική κατανομή είναι 500 οπλιταγωγά, 50 ιππαγωγά και 50 φορτηγά.
Κάθε τριήρης (=πλοίο της εποχής) μπορούσε να μεταφέρει έως 200 άνδρες. Με ελάχιστο πλήρωμα 80 ατόμων, μπορούσε να μεταφέρει έως 120 οπλίτες πεζικού, ήτοι 500 x 120 = 60.000 οπλίτες. Στα 50 ιππαγωγά χωρητικότητας περίπου 30 αλόγων με τους αναβάτες τους αυξημένους κατά ένα τρίτο ως βοηθητικό προσωπικό, σύνολο 2.000 στρατιώτες ιππικού κατ΄ ελάχιστον.
Προσθέτοντας τα πληρώματα των πλοίων με ελάχιστο αριθμό 80 ανδρών ανά τριήρη και 30 άνδρών για τα λοιπά σκάφη, φθάνουμε στους 500 x 80= 40.000 και 100 x 30= 3.000, σύνολο 43.000 ναυτικούς. Δηλαδή ένα εκστρατευτικό σώμα 105.000 ανδρών.
Η προετοιμασία:
Η Αθηναίοι ενημερώθηκαν την ίδια ημέρα και έστειλαν άμεσα τον ημεροδρόμο Φειδιππίδη στην Σπάρτη για να ζητήσει βοήθεια (έτρεξε 220 χιλ. σε 48 ώρες).
Οι εναλλακτικές λύσεις που διαθέτουν είναι:
α) να περιμένουν τους Πέρσες στην Αθήνα και να τους αποκρούσουν πολιορκημένοι μέσα από τα τείχη,
β) να τους περιμένουν και να τους αποκρούσουν στο πέρασμα της Παλλήνης (15 χιλ. απόσταση), ή
γ) να τους αντιμετωπίσουν στην ανοικτή πεδιάδα του Μαραθώνα.
Επιλέγουν την τελευταία και ξεκινούν αυθημερόν. Την επομένη το πρωί φτάνουν στην κοιλάδα του Αυλώνα και στρατο-πεδεύουν κάτω από το ύψωμα Αγριλίκι της Πεντέλης νότια του χειμάρου Χάραδρου.
Κάθε μία από τις δέκα Αθηναϊκές φυλές, συμμετείχε ως είχε υποχρέωση με 1.000 στρατιώτες και ένα στρατηγό. Σύνολο Αθηναϊκού στρατού 10.000 οπλίτες. Στον στρατό αυτό για πρώτη φορά συμμετείχαν δούλοι, οι οποίοι ελευθερώθηκαν για να έχουν δικαίωμα συμμετοχής. Εκτός όμως των δέκα φυλών των Αθηναίων, δεν αναφέρονται πουθενά και από κανένα ιστορικό άλλες δυνάμεις. Δεν αναφέρεται π.χ. ότι συμμετείχαν οι δέκα φυλές των Αθηναίων με 1.000 σταρτιώτες εκάστη και οι δούλοι με "Χ" στρατιώτες. Από αυτό συμπεραίνεται με βεβαιότητα ότι, οι ελευθερωθέντες ως πολίτες πλέον συμπεριελή-φθησαν στις μονάδες των Αθηναϊκών φυλών.
Λίγο μετά την άφιξη τους, έφτασε και δύναμη 1.000 ανδρών από τις Πλαταιές. Οι Λακεδαίμονες δεν προσήλθαν διότι η θρησκεία δεν τους επέτρεπε να εκστρατεύσουν για πόλεμο πριν την Πανσέληνο, δηλαδή πριν περάσουν έξη ημέρες.
Η Αθηναίοι ενημερώθηκαν την ίδια ημέρα και έστειλαν άμεσα τον ημεροδρόμο Φειδιππίδη στην Σπάρτη για να ζητήσει βοήθεια (έτρεξε 220 χιλ. σε 48 ώρες).
Οι εναλλακτικές λύσεις που διαθέτουν είναι:
α) να περιμένουν τους Πέρσες στην Αθήνα και να τους αποκρούσουν πολιορκημένοι μέσα από τα τείχη,
β) να τους περιμένουν και να τους αποκρούσουν στο πέρασμα της Παλλήνης (15 χιλ. απόσταση), ή
γ) να τους αντιμετωπίσουν στην ανοικτή πεδιάδα του Μαραθώνα.
Επιλέγουν την τελευταία και ξεκινούν αυθημερόν. Την επομένη το πρωί φτάνουν στην κοιλάδα του Αυλώνα και στρατο-πεδεύουν κάτω από το ύψωμα Αγριλίκι της Πεντέλης νότια του χειμάρου Χάραδρου.
Κάθε μία από τις δέκα Αθηναϊκές φυλές, συμμετείχε ως είχε υποχρέωση με 1.000 στρατιώτες και ένα στρατηγό. Σύνολο Αθηναϊκού στρατού 10.000 οπλίτες. Στον στρατό αυτό για πρώτη φορά συμμετείχαν δούλοι, οι οποίοι ελευθερώθηκαν για να έχουν δικαίωμα συμμετοχής. Εκτός όμως των δέκα φυλών των Αθηναίων, δεν αναφέρονται πουθενά και από κανένα ιστορικό άλλες δυνάμεις. Δεν αναφέρεται π.χ. ότι συμμετείχαν οι δέκα φυλές των Αθηναίων με 1.000 σταρτιώτες εκάστη και οι δούλοι με "Χ" στρατιώτες. Από αυτό συμπεραίνεται με βεβαιότητα ότι, οι ελευθερωθέντες ως πολίτες πλέον συμπεριελή-φθησαν στις μονάδες των Αθηναϊκών φυλών.
Λίγο μετά την άφιξη τους, έφτασε και δύναμη 1.000 ανδρών από τις Πλαταιές. Οι Λακεδαίμονες δεν προσήλθαν διότι η θρησκεία δεν τους επέτρεπε να εκστρατεύσουν για πόλεμο πριν την Πανσέληνο, δηλαδή πριν περάσουν έξη ημέρες.
Στο συμβούλιο των 10 Αθηναίων στρατηγών (κάθε μέρα ένας διοικούσε το στράτευμα εναλλάξ) υπήρχε διχογνωμία. Οι μισοί θεωρούσαν ότι δεν ήσαν αρκετοί για να προχωρήσουν σε επίθεση, ενώ οι άλλοι μισοί με εκφραστή τον Μιλτιάδη επέμεναν να επιτεθούν πάραυτα. Την λύση σε περιπτώσεις ισοψηφίας έδινε η ψήφος του Πολέμαρχου. Ήταν τίτλος ισότιμος των Στρατηγών που έφερε ο Αφιδναίος Καλλίμαχος. Μετά τον λόγο που του απηύθυνε ο Μιλτιάδης ψήφισε και αυτός υπέρ της επίθεσης. Κάθε νύχτα οι Αθηναίοι πλησίαζαν το Περσικό στρατόπεδο. Από το βράδυ της 16ης Σεπτεμβρίου οι Αθηναίοι διαπιστώνουν ότι οι Πέρσες έχουν αρχίσει να φορτώνουν το ιππικό και δυνάμεις οπλιτών στα πλοία. Το πρωί της 17ης έχοντας φτάσει σε απόσταση 1500 μέτρων, με την ανατολή του ηλίου 06:00, ο Μιλτιάδης διατάσσει επίθεση.
Παράταξη αντιπάλων:
Οι Πέρσες που πάντοτε επαρατάσσοντο με βάθος 30 ανδρών (κατά τον Ξενοφώντα στο Κύρου Παιδεία), δημιουργούν με όσους δεν είχαν επιβιβαστεί στα πλοία δυνάμεις, μια γραμμή μετώπου 1.600 μέτρων. Ενίσχυαν πάντα το κέντρο τους τοποθετούντες σε αυτό τον τομέα του μετώπου τους ισχυρούς πολεμιστές Πέρσες και Σάκες, σε μεγαλύτερο βάθος ανδρών, με εξασθένηση των άκρων. Αυτά τα γνώριζε ο Μιλτιάδης διότι στο παρελθόν όταν ακόμα ήταν κυβερνήτης στα Δαρδανέλια η περιοχή είχε υποταχθεί στον μεγάλο Βασιλέα και ο ίδιος είχε υποχρεωθεί να ακολουθήσει τους Πέρσες στην εκστρατεία κατά των Σκυθών. Την τακτική αυτή προσπάθησε να αντιμετωπίσει θέτοντας σε εφαρμογή νέο λαμπρό πολεμικό σχέδιο.
Οι Έλληνες το σύνολον 11.000 έπρεπε να καλύψουν ένα μέτωπο 1.600 μέτρων. Ο Μιλτιάδης εφήρμοσε το σχέδιο Λαβίδα. Αποδυνάμωσε το κέντρο θέτοντας σε μέτωπο 500 μέτρων την Λεοντίδα φυλή με αρχηγό τον Θεμιστοκλή και την Αντιοχίδα φυλή με αρχηγό τον Αριστείδη σε βάθος 4 ανδρών, ενισχύοντας τα άκρα 500+500 με βάθος 8 ανδρών. Στο αριστερό άκρο τοποθέτησε τους Πλαταιείς που επιμήκυναν το μέτωπο κατά 125 μέτρα ενώ στο δεξιό άκρο τιμητικά τον Πολέμαρχο Καλλίμαχο ως είθισται. Δεν διαθέτουν ιππικό ούτε τοξότες.
Η Μάχη:
Οι Πέρσες την στιγμή της μάχης επίσης δεν διέθεταν ιππικό αφού είχε φορτωθεί στα πλοία. Με την διαταγή του Μιλτιάδη οι Έλληνες ξεκινούν σε φάλαγγα με γρήγορο βηματισμό, ως ένα τείχος ασπίδων, με την ιαχή του παιάνα «Ίτε παίδες Ελλήνων, ελευθερούτε πατρίδα, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε και πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων ο αγών!» να αντιλαλεί σε όλη την πεδιάδα.
Φτάνοντας στο βεληνεκές των Περσικών τόξων (150m) άρχισαν να τρέχουν σαν δαιμονισμένοι για να αποφύγουν τις βολές τους, πίπτοντες με ορμή στο έκπληκτο Περσικό μέτωπο.
Αρχίζει σφοδρή μάχη εκ του συστάδην με τους Πέρσες να μειονεκτούν, επειδή ήσαν εκπαιδευμένοι κυρίως σε μάχες εξ αποστάσεως και έφεραν ελαφρύ οπλισμό, ενώ δεν διέθεταν θωράκιση ικανή να τους προστατεύει.
Το κέντρο των Ελλήνων με 2.000 στρατιώτες υποχωρεί συντεταγμένα στην αντίδραση του αντίστοιχου εχθρικού μετώπου των 15.000 και πλέον ανδρών. Τα Ελληνικά άκρα όμως ελλείποντος Περσικού ιππικού προχωρούν σε διπλό υπερκερατικό ελιγμό κατατροπώνοντας τους αντιπάλους τους. Όσοι από αυτούς γλυτώνουν τον θάνατο σπεύδουν στα πλοία. Στην συνέχεια αντί να καταδιώξουν τους υποχωρούντες, επιστρέφουν και αγκιστρώνουν κυκλώνοντας το κέντρο του Περσικού μετώπου. Με τον βαρύ τους οπλισμό κατάλληλο για μάχη σώμα με σώμα, τις ιαχές και τον παιάνα, δημιουργούν πανικό και σύγχυση αποδεκατίζοντες τις εχθρικές δυνάμεις, οι οποίες επίσης διαλύθηκαν και στράφηκαν στα πλοία. Στην υποχώρηση αυτή έγινε η μεγάλη μάχη. Κάποιοι βούλιαξαν στα έλη, κάποιοι κατεσφάγησαν προσπαθώντας να δραπετεύσουν μέσα από το πευκοδάσος και κάποιοι άλλοι έπεσαν στην παραλία προσπαθώντας να επιβιβαστούν στα πλοία. Στο σημείο αυτό υπέστησαν και οι Έλληνες τις μεγαλύτερες απώλειες. Εκεί σκοτώθηκαν ο Κυναίγειρος (αδελφός του Αισχύλου), ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, ο στρατηγός Στησίλαος και πολλοί άλλοι, ενώ κατέλαβαν επτά πλοία.
Οι Πέρσες που πάντοτε επαρατάσσοντο με βάθος 30 ανδρών (κατά τον Ξενοφώντα στο Κύρου Παιδεία), δημιουργούν με όσους δεν είχαν επιβιβαστεί στα πλοία δυνάμεις, μια γραμμή μετώπου 1.600 μέτρων. Ενίσχυαν πάντα το κέντρο τους τοποθετούντες σε αυτό τον τομέα του μετώπου τους ισχυρούς πολεμιστές Πέρσες και Σάκες, σε μεγαλύτερο βάθος ανδρών, με εξασθένηση των άκρων. Αυτά τα γνώριζε ο Μιλτιάδης διότι στο παρελθόν όταν ακόμα ήταν κυβερνήτης στα Δαρδανέλια η περιοχή είχε υποταχθεί στον μεγάλο Βασιλέα και ο ίδιος είχε υποχρεωθεί να ακολουθήσει τους Πέρσες στην εκστρατεία κατά των Σκυθών. Την τακτική αυτή προσπάθησε να αντιμετωπίσει θέτοντας σε εφαρμογή νέο λαμπρό πολεμικό σχέδιο.
Οι Έλληνες το σύνολον 11.000 έπρεπε να καλύψουν ένα μέτωπο 1.600 μέτρων. Ο Μιλτιάδης εφήρμοσε το σχέδιο Λαβίδα. Αποδυνάμωσε το κέντρο θέτοντας σε μέτωπο 500 μέτρων την Λεοντίδα φυλή με αρχηγό τον Θεμιστοκλή και την Αντιοχίδα φυλή με αρχηγό τον Αριστείδη σε βάθος 4 ανδρών, ενισχύοντας τα άκρα 500+500 με βάθος 8 ανδρών. Στο αριστερό άκρο τοποθέτησε τους Πλαταιείς που επιμήκυναν το μέτωπο κατά 125 μέτρα ενώ στο δεξιό άκρο τιμητικά τον Πολέμαρχο Καλλίμαχο ως είθισται. Δεν διαθέτουν ιππικό ούτε τοξότες.
Η Μάχη:
Οι Πέρσες την στιγμή της μάχης επίσης δεν διέθεταν ιππικό αφού είχε φορτωθεί στα πλοία. Με την διαταγή του Μιλτιάδη οι Έλληνες ξεκινούν σε φάλαγγα με γρήγορο βηματισμό, ως ένα τείχος ασπίδων, με την ιαχή του παιάνα «Ίτε παίδες Ελλήνων, ελευθερούτε πατρίδα, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε και πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων ο αγών!» να αντιλαλεί σε όλη την πεδιάδα.
Φτάνοντας στο βεληνεκές των Περσικών τόξων (150m) άρχισαν να τρέχουν σαν δαιμονισμένοι για να αποφύγουν τις βολές τους, πίπτοντες με ορμή στο έκπληκτο Περσικό μέτωπο.
Αρχίζει σφοδρή μάχη εκ του συστάδην με τους Πέρσες να μειονεκτούν, επειδή ήσαν εκπαιδευμένοι κυρίως σε μάχες εξ αποστάσεως και έφεραν ελαφρύ οπλισμό, ενώ δεν διέθεταν θωράκιση ικανή να τους προστατεύει.
Το κέντρο των Ελλήνων με 2.000 στρατιώτες υποχωρεί συντεταγμένα στην αντίδραση του αντίστοιχου εχθρικού μετώπου των 15.000 και πλέον ανδρών. Τα Ελληνικά άκρα όμως ελλείποντος Περσικού ιππικού προχωρούν σε διπλό υπερκερατικό ελιγμό κατατροπώνοντας τους αντιπάλους τους. Όσοι από αυτούς γλυτώνουν τον θάνατο σπεύδουν στα πλοία. Στην συνέχεια αντί να καταδιώξουν τους υποχωρούντες, επιστρέφουν και αγκιστρώνουν κυκλώνοντας το κέντρο του Περσικού μετώπου. Με τον βαρύ τους οπλισμό κατάλληλο για μάχη σώμα με σώμα, τις ιαχές και τον παιάνα, δημιουργούν πανικό και σύγχυση αποδεκατίζοντες τις εχθρικές δυνάμεις, οι οποίες επίσης διαλύθηκαν και στράφηκαν στα πλοία. Στην υποχώρηση αυτή έγινε η μεγάλη μάχη. Κάποιοι βούλιαξαν στα έλη, κάποιοι κατεσφάγησαν προσπαθώντας να δραπετεύσουν μέσα από το πευκοδάσος και κάποιοι άλλοι έπεσαν στην παραλία προσπαθώντας να επιβιβαστούν στα πλοία. Στο σημείο αυτό υπέστησαν και οι Έλληνες τις μεγαλύτερες απώλειες. Εκεί σκοτώθηκαν ο Κυναίγειρος (αδελφός του Αισχύλου), ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, ο στρατηγός Στησίλαος και πολλοί άλλοι, ενώ κατέλαβαν επτά πλοία.
Το αποτέλεσμα:
Ελληνικός θρίαμβος. Όλη η μάχη διήρκεσε περί τις δύο έως δυόμιση ώρες, με νεκρούς 6.400 Πέρσες από το ένα στρατόπεδο και 192 Αθηναίους σύν 11 Πλαταιείς από το άλλο, όπως γράφει ο Ηρόδοτος (484-425 π.χ.).
Η συνέχεια και το τέλος:
Είναι πρωί ακόμα, ώρα περίπου 09:00. Ένας αγγελιοφόρος αναχωρεί με τον οπλισμό του τρέχοντας και σε λίγες ώρες φτάνει στην Αθήνα. Εξαντλημένος αναγγέλλει την χαρμόσυνη είδηση «Νενικήκαμεν» και καταρρέει. Εις μνήμην αυτού του γεγονότος καθιερώθηκε ο Μαραθώνιος δρόμος και συμπεριελήφθη στα Ολυμπιακά αγωνίσματα.
Οι Πέρσες έχουν επιβιβαστεί πλέον στα καράβια τους και σαλπάρουν προς τον νότο. Αφού προσεγγίζουν πάλι στο νησάκι Αιγιλείη παραλαμβάνουν τους αιχμαλώτους Ερετριείς και φεύγουν για να προλάβουν την Αθήνα απροστάτευτη. Ο Μιλτιάδης αντιλαμβάνεται τον ελιγμό. Αφήνει στο σημείο τους πλέον κουρασμένους, τους μαχητές του κέντρου, τους άνδρες των Θεμιστοκλή και Αριστείδη για να φροντίσουν για τους νεκρούς, για να περιθάλψουν τους τραυματίες και για να φυλάξουν τα λάφυρα. Οι υπόλοιποι με ταχύ βήμα ξεκινούν για την επιστροφή. Το απόγευμα λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα καθώς ο Περσικός στόλος πλησίαζε στο Φάληρο είδαν την ανάκλαση των ακτίνων του ήλιου πάνω στις ασπίδες των Αθηναίων που είχαν επιστρέψει και τους περίμεναν. Έκαναν αναστροφή και απεχώρησαν τερματίζοντες την εκστρατεία.
Ελληνικός θρίαμβος. Όλη η μάχη διήρκεσε περί τις δύο έως δυόμιση ώρες, με νεκρούς 6.400 Πέρσες από το ένα στρατόπεδο και 192 Αθηναίους σύν 11 Πλαταιείς από το άλλο, όπως γράφει ο Ηρόδοτος (484-425 π.χ.).
Η συνέχεια και το τέλος:
Είναι πρωί ακόμα, ώρα περίπου 09:00. Ένας αγγελιοφόρος αναχωρεί με τον οπλισμό του τρέχοντας και σε λίγες ώρες φτάνει στην Αθήνα. Εξαντλημένος αναγγέλλει την χαρμόσυνη είδηση «Νενικήκαμεν» και καταρρέει. Εις μνήμην αυτού του γεγονότος καθιερώθηκε ο Μαραθώνιος δρόμος και συμπεριελήφθη στα Ολυμπιακά αγωνίσματα.
Οι Πέρσες έχουν επιβιβαστεί πλέον στα καράβια τους και σαλπάρουν προς τον νότο. Αφού προσεγγίζουν πάλι στο νησάκι Αιγιλείη παραλαμβάνουν τους αιχμαλώτους Ερετριείς και φεύγουν για να προλάβουν την Αθήνα απροστάτευτη. Ο Μιλτιάδης αντιλαμβάνεται τον ελιγμό. Αφήνει στο σημείο τους πλέον κουρασμένους, τους μαχητές του κέντρου, τους άνδρες των Θεμιστοκλή και Αριστείδη για να φροντίσουν για τους νεκρούς, για να περιθάλψουν τους τραυματίες και για να φυλάξουν τα λάφυρα. Οι υπόλοιποι με ταχύ βήμα ξεκινούν για την επιστροφή. Το απόγευμα λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα καθώς ο Περσικός στόλος πλησίαζε στο Φάληρο είδαν την ανάκλαση των ακτίνων του ήλιου πάνω στις ασπίδες των Αθηναίων που είχαν επιστρέψει και τους περίμεναν. Έκαναν αναστροφή και απεχώρησαν τερματίζοντες την εκστρατεία.
Ο επίλογος:
Οι Έλληνες των Θεμιστοκλή και Αριστείδη, αφού έκαψαν τους νεκρούς τους, ενταφίασαν τα οστά τους πλησίων του πεδίου της μάχης κατά φυλή. Πλησίον, (στο Βρανά) ενταφιάστηκαν και οι Πλαταιείς. Αργότερα τοποθέτησαν μαρμάρινες επιτύμβιες στήλες με τα ονόματα των νεκρών μαραθωνομάχων.Ο Σιμωνίδης ο Κείος(556- 468π.Χ.) έγραψε σε αναθηματική πλάκα το επίγραμμα, «Ελληνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν». Οι Αθηναίοι στην πρώτη γραμμή του μαραθώνα μαχόμενοι υπέρ των Ελλήνων, συνέτριψαν τη δύναμη των χρυσοφορεμένων Μήδων.
[Στο σημείο δημιουργήθηκε τύμβος ύψους 9 και διαμέτρου 50 μέτρων κατά πάσα πιθανότητα από τον Ηρώδη τον Αττικό (103-179 μ.Χ.). Στην έπαυλη του βρέθηκε η ενεπίγραφη στήλη με τα ονόματα των πεσόντων της Ερεχθηίδος φυλής καθώς και σπαράγματα άλλων στηλών] Γ. Σπυρόπουλος. Πρακτικά συνεδρίου «Η σημασία της μάχης του Μαραθώνα για τον πολιτισμό», 7-10 Οκτωβρίου 2010 Καλαμάτα.
Λάφυρα της μάχης επτά Περσικά πλοία και πλήθος άλλων πραγμάτων που οι ηττημένοι εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης. Μέρος του θησαυρού αυτού οι Αθηναίοι το αφιέρωσαν στο μαντείο των Δελφών.
Την επομένη της μάχης έφτασαν στην Αθήνα 2.000 πάνοπλοι Σπαρτιάτες περπατώντας 3 ημέρες επί 14 ώρες κάθε μέρα. Ζήτησαν και έλαβαν άδεια και επισκέφτηκαν το πεδίο της μάχης όπου εξέφρασαν το θαυμασμό τους για το αποτέλεσμα.
Ίσως η σημαντικότερη μάχη του αρχαίου Ελληνισμού. Η νίκη αυτή καθόρισε το μέλλον της Ελλάδος και της Δύσης μέχρι και σήμερα όπως έχει γίνει παγκόσμια αποδεκτό. Ο Αισχύλος Αθηναίος τραγικός που ο αδελφός του σκοτώθηκε σ΄αυτή την μάχη, υπερηφανευόταν για την συμμετοχή του. Την θεωρούσε το σημαντικότερο γεγονός στη ζωή του -ανώτερο κι από την Ορέστεια και τους Πέρσες του- και έγραψε το παρακάτω επίγραμμα για τον τάφο του:
«Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεύθει μνῆμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας, ἀλκὴν δ’εὐδόκιμον Μαραθώνιον ἄλσος ἂν εἴποι καὶ βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος.» Τον γιο του Ευφορίωνα τον Αθηναίο Αισχύλο κρύβει νεκρόν το μνήμα αυτό της εύφορης Γέλας, για την ανδρεία του ας μιλήσει το άλσος του Μαραθώνα και ο μακρυμάλλης Μήδας πού καλά την γνώρισε.
Οι Έλληνες των Θεμιστοκλή και Αριστείδη, αφού έκαψαν τους νεκρούς τους, ενταφίασαν τα οστά τους πλησίων του πεδίου της μάχης κατά φυλή. Πλησίον, (στο Βρανά) ενταφιάστηκαν και οι Πλαταιείς. Αργότερα τοποθέτησαν μαρμάρινες επιτύμβιες στήλες με τα ονόματα των νεκρών μαραθωνομάχων.Ο Σιμωνίδης ο Κείος(556- 468π.Χ.) έγραψε σε αναθηματική πλάκα το επίγραμμα, «Ελληνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν». Οι Αθηναίοι στην πρώτη γραμμή του μαραθώνα μαχόμενοι υπέρ των Ελλήνων, συνέτριψαν τη δύναμη των χρυσοφορεμένων Μήδων.
[Στο σημείο δημιουργήθηκε τύμβος ύψους 9 και διαμέτρου 50 μέτρων κατά πάσα πιθανότητα από τον Ηρώδη τον Αττικό (103-179 μ.Χ.). Στην έπαυλη του βρέθηκε η ενεπίγραφη στήλη με τα ονόματα των πεσόντων της Ερεχθηίδος φυλής καθώς και σπαράγματα άλλων στηλών] Γ. Σπυρόπουλος. Πρακτικά συνεδρίου «Η σημασία της μάχης του Μαραθώνα για τον πολιτισμό», 7-10 Οκτωβρίου 2010 Καλαμάτα.
Λάφυρα της μάχης επτά Περσικά πλοία και πλήθος άλλων πραγμάτων που οι ηττημένοι εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης. Μέρος του θησαυρού αυτού οι Αθηναίοι το αφιέρωσαν στο μαντείο των Δελφών.
Την επομένη της μάχης έφτασαν στην Αθήνα 2.000 πάνοπλοι Σπαρτιάτες περπατώντας 3 ημέρες επί 14 ώρες κάθε μέρα. Ζήτησαν και έλαβαν άδεια και επισκέφτηκαν το πεδίο της μάχης όπου εξέφρασαν το θαυμασμό τους για το αποτέλεσμα.
Ίσως η σημαντικότερη μάχη του αρχαίου Ελληνισμού. Η νίκη αυτή καθόρισε το μέλλον της Ελλάδος και της Δύσης μέχρι και σήμερα όπως έχει γίνει παγκόσμια αποδεκτό. Ο Αισχύλος Αθηναίος τραγικός που ο αδελφός του σκοτώθηκε σ΄αυτή την μάχη, υπερηφανευόταν για την συμμετοχή του. Την θεωρούσε το σημαντικότερο γεγονός στη ζωή του -ανώτερο κι από την Ορέστεια και τους Πέρσες του- και έγραψε το παρακάτω επίγραμμα για τον τάφο του:
«Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεύθει μνῆμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας, ἀλκὴν δ’εὐδόκιμον Μαραθώνιον ἄλσος ἂν εἴποι καὶ βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος.» Τον γιο του Ευφορίωνα τον Αθηναίο Αισχύλο κρύβει νεκρόν το μνήμα αυτό της εύφορης Γέλας, για την ανδρεία του ας μιλήσει το άλσος του Μαραθώνα και ο μακρυμάλλης Μήδας πού καλά την γνώρισε.
Εδώ τελειώνει η Ιστορία αλλά και το ποίημα.
Η τσίμπλα φυσική ή τεχνητή, όχι μόνο περιορίζει το οπτικό πεδίο αλλά θολώνει και το εναπομένον ορατό τόξο. Ωφέλιμο θα ήταν λίγο κολλύριο. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να βάλουμε μερικές σταγόνες.
Η τσίμπλα φυσική ή τεχνητή, όχι μόνο περιορίζει το οπτικό πεδίο αλλά θολώνει και το εναπομένον ορατό τόξο. Ωφέλιμο θα ήταν λίγο κολλύριο. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να βάλουμε μερικές σταγόνες.
Να συλλογιστούμε λίγο;
Περσικός στρατός περί τις 100.000, σε παράταξη μάχης 1600 m x 30 άνδρες = 48.000
Ελληνικός στρατός 11.000, σε παράταξη μάχης 11.000.
Διαφορά δυναμικότητος τεράστια. Για κάθε ένα Έλληνα πλέον των τεσσάρων Περσών. Ίσως ένα μικρό ποσοστό των Ελλήνων αντιμετώπισαν επιτυχώς και τους τέσσερις Πέρσες που τους αναλογούσαν. Ένα ακόμα μικρότερο, ίσως περισσό-τερους των τεσσάρων. Όμως οι λοιπές τετράδες Περσών αφού εξολόθρευαν τον ένα Έλληνα που τους αναλογούσε, δεν θα εστρέφοντο στους υπόλοιπους; Τι θα γινόταν τότε; Οι τετράδες θα γινόντουσαν οκτάδες, οι οκτάδες δεκαεξάδες κ.ο.κ. Φυσικά θα εξολόθρευαν και τον τελευταίο Έλληνα.
Αντί για αυτό όμως συνέβη το υπερφυσικό. 192 Αθηναίοι νεκροί, 11 Πλαταιείς και άκουσον! 6.400 Πέρσες. Μα δεν νομίζεται ότι για να συμβεί αυτό οι Πέρσες θα έπρεπε να πολεμούν ξαπλωμένοι; Αλλά ακόμα και τότε θα είχαν λιγότερες απώλειες.
Το άκρον άωτον όλων όμως δεν είναι ο αριθμός των νεκρών, αλλά ο συσχε-τισμός και η αναλογικότητα. Από τους μαχόμενους Πέρσες χρειάστηκαν 235 για να σκοτώσουν ένα Έλληνα, ενώ κάθε 1,7 Έλληνες σκότωσαν ένα Πέρση. Τι είπατε;
Οι Έλληνες πάντα όταν αντιμετώπιζαν πολυπληθείς αντιπάλους, επέλεγαν ως είναι φυσικό να τους αντιμετωπίσουν σε στενό χώρο, ώστε να μην μπορεί ο εχθρός να επιτεθεί σε πλήρη ανάπτυξη. Γιατί όμως εδώ δεν επέλεξαν το πέρασμα της Παλλήνης, αλλά αποφάσισαν και τους αντιμετώπισαν στην ανοικτή πεδιάδα; Περίεργα πράγματα, περίεργη μάχη.
Ο Φειδιππίδης, όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, στον δρόμο για την Σπάρτη περνώντας από το Παρθένιο όρος στην Τεγέα συνάντησε τον Πάνα. Τον φώναξε με τ’ όνομα του και του παραπονέθηκε ότι οι Αθηναίοι δεν του δίνουν την πρέπουσα σημασία, παρά το γεγονός ότι αυτός διάκειται ευμενώς απέναντί τους, τους βοήθησε πολλές φορές στο παρελθόν και το ίδιο θα κάνει και στο μέλλον. Εκείνος ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση λόγω και της επικείμενης μάχης, του απήντησε ότι πλέον θα τον τιμούν.
Μετά από αυτό ο θεός Πάνας συνέδραμε τους Αθηναίους στην μάχη, σπείροντας τον παν ικό στις τάξεις του εχθρού. Για τον λόγο αυτό μετά την μάχη οι Αθηναίοι ίδρυσαν ιερό προς τιμήν του, κάτω από την Ακρόπολη. Σώζεται μάλιστα επίγραμμα που αποδίδεται στον Σιμωνίδη τον Κείο: "Τον τραγόπουν εμέ Πάνα, τον Αρκάδα, τον κατά Μήδων, τον μετ' Αθηναίων, στήσατο Μιλτιάδης."(Προς τιμή μου, εμένα του τραγοπόδαρου Πάνα του Αρκάδα, που πολέμησε μετά των Αθηναίων τους Μήδους, έστησε αυτό το ανάθημα ο Μιλτιάδης).
Περσικός στρατός περί τις 100.000, σε παράταξη μάχης 1600 m x 30 άνδρες = 48.000
Ελληνικός στρατός 11.000, σε παράταξη μάχης 11.000.
Διαφορά δυναμικότητος τεράστια. Για κάθε ένα Έλληνα πλέον των τεσσάρων Περσών. Ίσως ένα μικρό ποσοστό των Ελλήνων αντιμετώπισαν επιτυχώς και τους τέσσερις Πέρσες που τους αναλογούσαν. Ένα ακόμα μικρότερο, ίσως περισσό-τερους των τεσσάρων. Όμως οι λοιπές τετράδες Περσών αφού εξολόθρευαν τον ένα Έλληνα που τους αναλογούσε, δεν θα εστρέφοντο στους υπόλοιπους; Τι θα γινόταν τότε; Οι τετράδες θα γινόντουσαν οκτάδες, οι οκτάδες δεκαεξάδες κ.ο.κ. Φυσικά θα εξολόθρευαν και τον τελευταίο Έλληνα.
Αντί για αυτό όμως συνέβη το υπερφυσικό. 192 Αθηναίοι νεκροί, 11 Πλαταιείς και άκουσον! 6.400 Πέρσες. Μα δεν νομίζεται ότι για να συμβεί αυτό οι Πέρσες θα έπρεπε να πολεμούν ξαπλωμένοι; Αλλά ακόμα και τότε θα είχαν λιγότερες απώλειες.
Το άκρον άωτον όλων όμως δεν είναι ο αριθμός των νεκρών, αλλά ο συσχε-τισμός και η αναλογικότητα. Από τους μαχόμενους Πέρσες χρειάστηκαν 235 για να σκοτώσουν ένα Έλληνα, ενώ κάθε 1,7 Έλληνες σκότωσαν ένα Πέρση. Τι είπατε;
Οι Έλληνες πάντα όταν αντιμετώπιζαν πολυπληθείς αντιπάλους, επέλεγαν ως είναι φυσικό να τους αντιμετωπίσουν σε στενό χώρο, ώστε να μην μπορεί ο εχθρός να επιτεθεί σε πλήρη ανάπτυξη. Γιατί όμως εδώ δεν επέλεξαν το πέρασμα της Παλλήνης, αλλά αποφάσισαν και τους αντιμετώπισαν στην ανοικτή πεδιάδα; Περίεργα πράγματα, περίεργη μάχη.
Ο Φειδιππίδης, όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, στον δρόμο για την Σπάρτη περνώντας από το Παρθένιο όρος στην Τεγέα συνάντησε τον Πάνα. Τον φώναξε με τ’ όνομα του και του παραπονέθηκε ότι οι Αθηναίοι δεν του δίνουν την πρέπουσα σημασία, παρά το γεγονός ότι αυτός διάκειται ευμενώς απέναντί τους, τους βοήθησε πολλές φορές στο παρελθόν και το ίδιο θα κάνει και στο μέλλον. Εκείνος ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση λόγω και της επικείμενης μάχης, του απήντησε ότι πλέον θα τον τιμούν.
Μετά από αυτό ο θεός Πάνας συνέδραμε τους Αθηναίους στην μάχη, σπείροντας τον παν ικό στις τάξεις του εχθρού. Για τον λόγο αυτό μετά την μάχη οι Αθηναίοι ίδρυσαν ιερό προς τιμήν του, κάτω από την Ακρόπολη. Σώζεται μάλιστα επίγραμμα που αποδίδεται στον Σιμωνίδη τον Κείο: "Τον τραγόπουν εμέ Πάνα, τον Αρκάδα, τον κατά Μήδων, τον μετ' Αθηναίων, στήσατο Μιλτιάδης."(Προς τιμή μου, εμένα του τραγοπόδαρου Πάνα του Αρκάδα, που πολέμησε μετά των Αθηναίων τους Μήδους, έστησε αυτό το ανάθημα ο Μιλτιάδης).
Ο Ηρόδοτος (484-425 π.χ.) περιγράφει ένα συμβάν της μάχης. «Ο Επίζηλος του Κουφαγόρα, στρατιώτης της Αντιοχίδας φυλής, ενώ πολεμούσε σώμα με σώμα στο κέντρο, είδε έναν μεγαλόσωμο άνδρα που η γενειάδα του κάλυπτε όλη την ασπίδα. Εμφανίστηκε σαν φάντασμα και σκορπώντας το θάνατο στους Πέρσες με ένα φωτεινό όπλο, έφτασε στο κέντρο των Ελλήνων που υποχωρούσε. Περνώντας δίπλα του η υπερβολική λάμψη τον τύφλωσε και έκτοτε ο Επίζηλος έμεινε τυφλός παρόλο που δεν τον είχε ακουμπήσει τίποτα, ούτε δόρυ ούτε ξίφος ούτε βέλος τόξου, ενώ από την ίδια λάμψη σκοτώθηκε ο διπλανός του».
Το όπλο αυτό δεν εκτόξευε κεραυνούς ούτε ξερνούσε φωτιά. Ήταν όπλο φωτός, σκότωνε με ακτίνες. Η περιγραφή αυτή μοιάζει να προσδιορίζει ένα όπλο από το μέλλον. Ένα όπλο λέϊζερ ας πούμε. Κάτι σαν την ακτίνα θανάτου του Νίκολα Τέσλα. Λέτε;
Ο Παυσανίας (110-180 μ.Χ.) στο Αττικά 1.32.5 επιβεβαιώνει: «συνέβη δὲ ὡς λέγουσιν ἄνδρα ἐν τῇ μάχῃ παρεῖναι τὸ εἶδος καὶ τὴν σκευὴν ἄγροικον· οὗτος τῶν βαρβάρων πολλοὺς καταφονεύσας ἀρότρῳ μετὰ τὸ ἔργον ἦν ἀφανής, ἐρομένοις δὲ Ἀθηναίοις ἄλλο μὲν ὁ θεὸς ἐς αὐτὸν ἔχρησεν οὐδέν, τιμᾶν δὲ Ἐχετλαῖον ἐκέλευσεν ἥρωα». Είδαν στην μάχη ένα άγνωστο άνδρα με αγροτική εμφάνιση και αμφίεση. Κρατούσε στο χέρι ένα άροτρο και με αυτό σκότωσε πολλούς βαρβάρους. Μετά την μάχη δεν τον ξαναείδε κανείς. Οι Αθηναίοι απευθύνθηκαν στο μαντείο των Δελφών και έλαβαν την απάντηση, Να τιμάτε τον Εχετλαίον ως ήρωα. (Εχέτλη=λαβή αρότρου). Προς τιμήν του οι Αθηναίοι ανήγειραν μνημείο με λευκό μάρμαρο.
Το όπλο αυτό δεν εκτόξευε κεραυνούς ούτε ξερνούσε φωτιά. Ήταν όπλο φωτός, σκότωνε με ακτίνες. Η περιγραφή αυτή μοιάζει να προσδιορίζει ένα όπλο από το μέλλον. Ένα όπλο λέϊζερ ας πούμε. Κάτι σαν την ακτίνα θανάτου του Νίκολα Τέσλα. Λέτε;
Ο Παυσανίας (110-180 μ.Χ.) στο Αττικά 1.32.5 επιβεβαιώνει: «συνέβη δὲ ὡς λέγουσιν ἄνδρα ἐν τῇ μάχῃ παρεῖναι τὸ εἶδος καὶ τὴν σκευὴν ἄγροικον· οὗτος τῶν βαρβάρων πολλοὺς καταφονεύσας ἀρότρῳ μετὰ τὸ ἔργον ἦν ἀφανής, ἐρομένοις δὲ Ἀθηναίοις ἄλλο μὲν ὁ θεὸς ἐς αὐτὸν ἔχρησεν οὐδέν, τιμᾶν δὲ Ἐχετλαῖον ἐκέλευσεν ἥρωα». Είδαν στην μάχη ένα άγνωστο άνδρα με αγροτική εμφάνιση και αμφίεση. Κρατούσε στο χέρι ένα άροτρο και με αυτό σκότωσε πολλούς βαρβάρους. Μετά την μάχη δεν τον ξαναείδε κανείς. Οι Αθηναίοι απευθύνθηκαν στο μαντείο των Δελφών και έλαβαν την απάντηση, Να τιμάτε τον Εχετλαίον ως ήρωα. (Εχέτλη=λαβή αρότρου). Προς τιμήν του οι Αθηναίοι ανήγειραν μνημείο με λευκό μάρμαρο.
Ο Α. Πουρναρόπουλος ερεύνησε σχετικά με το Ησιόδιο άροτρο. Το βρήκε σε μια παράσταση επί αρχαίου αγγείου, χρονολο-γούμενου στο 460-450 π.χ. Πόσο κοντά σε ένα σύγχρονο όπλο είναι το σχήμα του !
Σε τι διαφέρει ο μύθος του Εχετλαίου από τον μύθο των λοιπών συμμετασχόντων σ' αυτή την μάχη θεών και ηρώων; Μα στο φώς. Πως θα μπορούσε ο άνθρωπος των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα να φανταστεί ότι το φώς σκοτώνει; Ξέρει πως το πυρ, η φωτιά το κάνει. Γνωρίζει για τον κεραυνό, γνωρίζει για την πυρκαγιά, τα έχει δεί ο ίδιος και έχει ακούσει σχετικές αφηγήσεις. Γνωρίζει πολλά θανατηφόρα όργανα και εργαλεία, αλλά το φώς;
Η ανθρώπινη φαντασία για να δημιουργήσει ανατρέχει στο ασυνείδητο, από το οποίο ανασύρει εικόνες. Θα έπρεπε δηλαδή το όπλο αυτό ή να το είχε ξαναδεί κάπου στο παρελθόν ο Επίζηλος, ή κάποιος άλλος που το είχε δεί ή είχε ακούσει γι' αυτό, να του μίλησε. Χωρίς κάτι από αυτά, ο εγκέφαλος δεν θα είχε την δυνατότητα να δημιουργήσει την εικόνα στην σκέψη του και να την περιγράψει. Όπως διδάσκει ο Σωκράτης, "ο άνθρωπος δε μπορει να αναζητά αυτό που δε γνωρίζει γιατί τότε δεν ξέρει τί να αναζητήσει ... ".
Εαν λοιπόν δεχόμαστε ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τέτοιο όπλο, τότε πρέπει επίσης να δεχτούμε ότι ο άνθρωπος, τυφλός πλέον, αφηγείται πραγματικές εικόνες της μάχης.
Σε τι διαφέρει ο μύθος του Εχετλαίου από τον μύθο των λοιπών συμμετασχόντων σ' αυτή την μάχη θεών και ηρώων; Μα στο φώς. Πως θα μπορούσε ο άνθρωπος των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα να φανταστεί ότι το φώς σκοτώνει; Ξέρει πως το πυρ, η φωτιά το κάνει. Γνωρίζει για τον κεραυνό, γνωρίζει για την πυρκαγιά, τα έχει δεί ο ίδιος και έχει ακούσει σχετικές αφηγήσεις. Γνωρίζει πολλά θανατηφόρα όργανα και εργαλεία, αλλά το φώς;
Η ανθρώπινη φαντασία για να δημιουργήσει ανατρέχει στο ασυνείδητο, από το οποίο ανασύρει εικόνες. Θα έπρεπε δηλαδή το όπλο αυτό ή να το είχε ξαναδεί κάπου στο παρελθόν ο Επίζηλος, ή κάποιος άλλος που το είχε δεί ή είχε ακούσει γι' αυτό, να του μίλησε. Χωρίς κάτι από αυτά, ο εγκέφαλος δεν θα είχε την δυνατότητα να δημιουργήσει την εικόνα στην σκέψη του και να την περιγράψει. Όπως διδάσκει ο Σωκράτης, "ο άνθρωπος δε μπορει να αναζητά αυτό που δε γνωρίζει γιατί τότε δεν ξέρει τί να αναζητήσει ... ".
Εαν λοιπόν δεχόμαστε ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τέτοιο όπλο, τότε πρέπει επίσης να δεχτούμε ότι ο άνθρωπος, τυφλός πλέον, αφηγείται πραγματικές εικόνες της μάχης.
Κατά τον Παυσανία (Αττικά), για να εξηγήσουν το παράδοξο της νίκης, αρκετοί από τους Αθηναίους πολεμιστές ισχυρίστηκαν ότι είδαν ήρωες και θεούς να πολεμούν στο πλάι τους. Ο Θησέας εμφανίσθηκε μέσα από τη γη και βάδιζε μπροστάρης κατά των βαρβάρων. Ο ημίθεος Ηρακλής συμμετείχε με το τρομερό του ρόπαλο. Η Άρτεμης με το τόξο της. Ο τραγοπόδαρος Πάνας με τους Πανίσκους. Η Εκάτη. Η Αθηνά πάνοπλη οδηγούσε ένα τέθριππο άρμα, προστατεύοντας την πόλη της.
Κάποιος Αθηναίος είχε μαζί του ένα τεράστιο άγριο σκύλο που με τα δόντια του συμμετείχε στην μάχη εναντίον των Περσών. Για την συμμετοχή του αυτή κατέκτησε μια θέση στην απεικόνιση των συντελεστών της μάχης από τους ζωγράφους Μίκωνα και Πάναινο, μαζί με τον Κυναίγειρο(αδελφό του Αισχύλου), τον Επίζηλο, τον πολέμαρχο Καλλίμαχο τον στρατηγό Μιλτιάδη, θεούς και ήρωες. Μαζί τους απεικονίστηκε και ο άγνωστος ήρωας Εχετλαίος που είχε καθοριστική συμμετοχή στην νίκη. Αυτόν τον πίνακα που φιλοτεχνήθηκε το 460 π.χ. είδε ο Παυσανίας, όταν 700 χρόνια μετά την μάχη επισκέφθηκε την Ποικίλη Στοά στην Αθήνα.
Κάποιος Αθηναίος είχε μαζί του ένα τεράστιο άγριο σκύλο που με τα δόντια του συμμετείχε στην μάχη εναντίον των Περσών. Για την συμμετοχή του αυτή κατέκτησε μια θέση στην απεικόνιση των συντελεστών της μάχης από τους ζωγράφους Μίκωνα και Πάναινο, μαζί με τον Κυναίγειρο(αδελφό του Αισχύλου), τον Επίζηλο, τον πολέμαρχο Καλλίμαχο τον στρατηγό Μιλτιάδη, θεούς και ήρωες. Μαζί τους απεικονίστηκε και ο άγνωστος ήρωας Εχετλαίος που είχε καθοριστική συμμετοχή στην νίκη. Αυτόν τον πίνακα που φιλοτεχνήθηκε το 460 π.χ. είδε ο Παυσανίας, όταν 700 χρόνια μετά την μάχη επισκέφθηκε την Ποικίλη Στοά στην Αθήνα.
Ο Ηρόδοτος διηγείται ότι, κάποια στιγμή προς το τέλος της μάχης μια λάμψη εμφανίστηκε από την κορυφή της Πεντέλης. Μια ασπίδα στήθηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε κατηύθυνε τις ακτίνες του ηλίου στο πεδίο της μάχης. Ήταν άραγε το σύνθημα υποχώρησης των Περσών για να επιβιβασθούν στα πλοία και να κατευθυνθούν στο Φάληρο; «Πράγματι τούτον έγινεν, ποίος όμως ανύψωσε την ασπίδα, δεν δύναμαι να είπω περισσότερα»!
Γιατί σιωπά ο Ηρόδοτος; Ας θυμηθούμε τι λέει στο βιβλίο του Ευτέρπη 65. "... αν όμως έλεγα για ποιόν λόγο θεϊκά πράγματα, τα οποία αποφεύγω πάρα πολύ να τα σχολιάσω. Και τα όσα έχω πει για αυτά, μέσες άκρες, με έκανε η ανάγκη και τα είπα".
Τι ήταν αυτό που δεν έπρεπε ή δεν ήθελε να πεί;
Η πραγματική ημερομηνία της μάχης:
[Οι Αθηναίοι μόλις έμαθαν την απόβαση των Περσών στον Μαραθώνα, έστειλαν τον Φειδιππίδη στη Σπάρτη για να ζητήσει βοήθεια, ο οποίος τρέχοντας έφτασε σε δύο ημέρες. Οι Σπαρτιάτες αποδέχτηκαν το αίτημα αλλά δεν μπορούσαν να εκστρατεύσουν πριν από την πανσέληνο που ήταν σε 6 ημέρες. Πραγματικά, ξεκίνησαν την επομένη της πανσελήνου. Κάλυψαν την απόσταση σε τρείς ημέρες και έφτασαν στην Αθήνα την επομένη της Μάχης. Η απαγόρευση στην Σπάρτη για έναρξη εκστρατείας ίσχυε μόνο κατά την εορτή των Καρνείων, τον συνώνυμο μήνα του ημερολογίου τους.
Μια έρευνα ομάδας καθηγητών του Πανεπιστημίου του Τέξας, με επικεφαλής τον καθηγητή Ντον Ολσον, υποδεικνύει ότι: Το καλοκαίρι του 490 π.X. ο Κάρνειος μήνας των Σπαρτιατών αντιστοιχούσε στον μήνα Εκατομβαιώνα των Αθηναίων. Για να βρεθεί η ακριβής ημερομηνία της μάχης του Μαραθώνα θα έπρεπε να υπολογιστεί πότε έπεφτε η πανσέληνος, στο μέσον του ενδέκατου μήνα του σπαρτιατικού ημερολογίου. Ένας στοιχειώδης υπολογισμός δείχνει ότι αυτή η πανσέληνος ήταν στις 10 Αυγούστου.] περισσότερα για την ημερομηνία στο www.tovima.gr/science/article/?aid=160921
Οι Σπαρτιάτες έφτασαν 3 ημέρες μετά την πανσέληνο στην Αθήνα και η μάχη είχε γίνει την προηγούμενη ημέρα, δηλαδή στις 12 Αυγούστου του 490 π.X. και όχι στις 17 Σεπτεμβρίου όπως πιστεύαμε μέχρι σήμερα.
Όλα αυτά, γεγονότα και μύθοι, ταξιδεύουν μέχρι και σήμερα στα πέλαγα της παραψυχολογίας και της μεταφυσικής. Το ακατανόητο οδηγεί τον ανθρώπινο νου σε κόπωση και για να απαλλαγεί, είτε το απορρίπτει θεωρώντας το παραμύθι, είτε το κρύβει στο σακουλάκι του αύριο. Όπως τα σκουπίδια κάτω από το χαλί. Όμως παρότι δεν τα βλέπει πλέον, τα σκουπίδια συνεχίζουν να βρίσκονται εκεί κρυμμένα.
«Πολλοί μιλούν τελευταία για τον Εχετλαίο ή Έχετλο, χαρακτηρίζοντας τον χρονοταξιδιώτη που έφτασε από το μέλλον και διαμόρφωσε το αποτέλεσμα της μάχης. Λέτε;
Πυθαγόρας. «Ου πάντα τοις πάσι ρητά.» Δεν λέγονται όλα σε όλους.
Γιατί σιωπά ο Ηρόδοτος; Ας θυμηθούμε τι λέει στο βιβλίο του Ευτέρπη 65. "... αν όμως έλεγα για ποιόν λόγο θεϊκά πράγματα, τα οποία αποφεύγω πάρα πολύ να τα σχολιάσω. Και τα όσα έχω πει για αυτά, μέσες άκρες, με έκανε η ανάγκη και τα είπα".
Τι ήταν αυτό που δεν έπρεπε ή δεν ήθελε να πεί;
Η πραγματική ημερομηνία της μάχης:
[Οι Αθηναίοι μόλις έμαθαν την απόβαση των Περσών στον Μαραθώνα, έστειλαν τον Φειδιππίδη στη Σπάρτη για να ζητήσει βοήθεια, ο οποίος τρέχοντας έφτασε σε δύο ημέρες. Οι Σπαρτιάτες αποδέχτηκαν το αίτημα αλλά δεν μπορούσαν να εκστρατεύσουν πριν από την πανσέληνο που ήταν σε 6 ημέρες. Πραγματικά, ξεκίνησαν την επομένη της πανσελήνου. Κάλυψαν την απόσταση σε τρείς ημέρες και έφτασαν στην Αθήνα την επομένη της Μάχης. Η απαγόρευση στην Σπάρτη για έναρξη εκστρατείας ίσχυε μόνο κατά την εορτή των Καρνείων, τον συνώνυμο μήνα του ημερολογίου τους.
Μια έρευνα ομάδας καθηγητών του Πανεπιστημίου του Τέξας, με επικεφαλής τον καθηγητή Ντον Ολσον, υποδεικνύει ότι: Το καλοκαίρι του 490 π.X. ο Κάρνειος μήνας των Σπαρτιατών αντιστοιχούσε στον μήνα Εκατομβαιώνα των Αθηναίων. Για να βρεθεί η ακριβής ημερομηνία της μάχης του Μαραθώνα θα έπρεπε να υπολογιστεί πότε έπεφτε η πανσέληνος, στο μέσον του ενδέκατου μήνα του σπαρτιατικού ημερολογίου. Ένας στοιχειώδης υπολογισμός δείχνει ότι αυτή η πανσέληνος ήταν στις 10 Αυγούστου.] περισσότερα για την ημερομηνία στο www.tovima.gr/science/article/?aid=160921
Οι Σπαρτιάτες έφτασαν 3 ημέρες μετά την πανσέληνο στην Αθήνα και η μάχη είχε γίνει την προηγούμενη ημέρα, δηλαδή στις 12 Αυγούστου του 490 π.X. και όχι στις 17 Σεπτεμβρίου όπως πιστεύαμε μέχρι σήμερα.
Όλα αυτά, γεγονότα και μύθοι, ταξιδεύουν μέχρι και σήμερα στα πέλαγα της παραψυχολογίας και της μεταφυσικής. Το ακατανόητο οδηγεί τον ανθρώπινο νου σε κόπωση και για να απαλλαγεί, είτε το απορρίπτει θεωρώντας το παραμύθι, είτε το κρύβει στο σακουλάκι του αύριο. Όπως τα σκουπίδια κάτω από το χαλί. Όμως παρότι δεν τα βλέπει πλέον, τα σκουπίδια συνεχίζουν να βρίσκονται εκεί κρυμμένα.
«Πολλοί μιλούν τελευταία για τον Εχετλαίο ή Έχετλο, χαρακτηρίζοντας τον χρονοταξιδιώτη που έφτασε από το μέλλον και διαμόρφωσε το αποτέλεσμα της μάχης. Λέτε;
Πυθαγόρας. «Ου πάντα τοις πάσι ρητά.» Δεν λέγονται όλα σε όλους.
Ότι και αν συνέβη, οι Έλληνες δικαιούμαστε να φουσκώνουμε από υπερηφάνεια. Όπως και να έγινε η μάχη, ακόμα και αν βοήθησαν χίλιοι θεοί, ακόμα και αν άλλοι τόσοι χρονοταξιδιώτες χρησιμοποίησαν μυδράλια, μπαζούκας ή χειροβομβίδες, ακόμα και τότε, μόνοι τους στάθηκαν οι υπερασπιστές του πολιτισμού στην κοιλάδα του Αυλώνα και κοίταξαν στα μάτια τους μύριους τόσους, την υπερδύναμη, τον μεγάλο Βασιλέα που δεν είχε μάθει να χάνει. Τους κοίταξαν αγέρωχα και επίμονα τόσο, που ενστάλαξαν την αμφιβολία στην ψυχή και στην σκέψη τους.
Εστε έτοιμοι, αν και όταν έρθει η ώρα να μιλήσουν και για μας τα άλση των Μαραθώνων και οι μακρυμάλληδες Μήδες.
Αεί « Ίτε παίδες Ελλήνων ! »
ΕΘΑΙΟΣ
Εστε έτοιμοι, αν και όταν έρθει η ώρα να μιλήσουν και για μας τα άλση των Μαραθώνων και οι μακρυμάλληδες Μήδες.
Αεί « Ίτε παίδες Ελλήνων ! »
ΕΘΑΙΟΣ